<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d88644137678078798\x26blogName\x3d%CE%B3%CF%81%CE%AC%CE%BC%CE%BC%CE%B1+%CF%83%CE%B5+%CF%87%CE%B1%CF%81%CF%84%CE%AF\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dBLUE\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://allilografia.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://allilografia.blogspot.com/\x26vt\x3d-4503636247666117187', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe" }); } }); </script>

γράμμα σε χαρτί

"Στην τσέπη του παλτού σου παλιό σουσάμι, φλούδα φυστικιών και το τσαλακωμένο γράμμα μου." - Γιάννης Βαρβέρης
 

Πινακοθήκη ~ Carl Larsson (1853-1919)

26 Φεβ 2010

6An interior with a woman reading a letter6


6Letter writing6

Ετικέτες

Βίλχελμ Μύλλερ: Το ταχυδρομείο

20 Φεβ 2010


Από το δρόμο ακούγεται η σάλπιγγα του ταχυδρόμου.
Τι είν' αυτό που σε κάνει να σκιρτάς έτσι,
Καρδιά μου;

Ο ταχυδρόμος δεν έχει γράμματα για σένα:
Γιατί χτυπάς έτσι αλλόκοτα,
Καρδιά μου;

Νάτος λοιπόν ο ταχυδρόμος που 'ρχεται από την πόλη
Όπου κάποτε είχα μι' αγάπη γλυκιά,
Καρδιά μου!

θα 'θελες να πας και να ρωτήσεις
Πώς πάν' τα πράγματα εκεί πέρα,
Καρδιά μου;

Wilhelm Müller
Μετάφραση: Αλέξανδρος Ίσαρης



Από το βιβλίο Το χειμωνιάτικο ταξίδι
εκδ. Άγρωστις, 1989

Ετικέτες

Ηλία Έρενμπουργκ: Δεν υποτάσσω την ποίησή μου σε κανενός είδους "θεωρίες"

14 Φεβ 2010

">
Μου δώσανε το αντίγραφο ενός προσχεδίου επιστολής του Μπριούσοβ για μένα, γραμμένης τις ίδιες εκείνες μέρες. Ο Βαλέρη Γιάκοβλεβιτς πληροφορώντας με πώς έστειλε στην εφημερίδα την κριτική του, πρόσθετε:

«...Σας αγαπώ ειλικρινά, δηλαδή σαν ποιητή, διότι σαν άνθρωπο δεν Σάς ξέρω. Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι αγαπώ την ποίηση Σας. Τουναντίον. Το λέω αυτό χωρίς περιστροφές διότι ακριβώς αγαπώ τον ποιητή που κρύβεται μέσα Σας... Το συμπέρασμα μου είναι αυτό πού θα μπορούσα να πω σ' όλους τους "εκλεκτούς", δηλαδή στους ανθρώπους που είναι προορισμένοι για την ποίηση: "Δουλεύετε!" Χωρίς δουλειά δεν γίνονται οι Πούσκιν, οι Γκαίτε, ούτε καν οι Βερλαίν (διότι στο πρώτο μισό της ζωής του ο μέλλων pauvre Lelian δούλευε πολύ, πάρα πολύ), και φυσικά κατώτερος του Βερλαίν δε θα θελήσετε να γίνετε κι' ούτε αξίζει τον κόπο. Δεν είναι βέβαια δυνατόν ν' αποτελούνε για σας πειρασμό οι δάφνες ενός τυxάρπαστου prince de poetes, σαν τον Πωλ Φωρ!.. Και μια προσωπική παράκληση, μην περιφρονείτε την μουσικότητα του στίxου. Μη δίνετε σημασία στους φουτουριστές. Όλη η ουσία της ποίησης βρίσκεται στη σύζευξη των ήχων...»

Το γράμμα τέλειωνε με τα εξής φιλικά λόγια:

«Και γι' αυτό Σας σφίγγω στην αγκαλιά μου, πάνω από τις xιλιάδες τα βέρστια που μας xωρίζουν...»

Απάντησα ως εξής στον Μπριούσοβ (το καλοκαίρι του 1916) :

«Πολύ με συγκίνησε το στοργικό σας γράμμα. Ευχαριστώ! Γενικά, δε μ' έχουνε παραχαϊδέψει με κρίσεις για τα ποιήματά μου κι' όσον αφορά τα λόγια Σας, είταν για μένα ιδιαιτέρως πολύτιμα. Διάβασα προσεκτικά το άρθρο Σας και το γράμμα, θα ήθελα να πω πολλά απαντώντας στις παρατηρήσεις Σας, δεν ξέρω όμως να γράφω γράμματα... Δεν υποτάσσω την ποίηση μου σε κανενός είδους "θεωρίες", απεναντίας, είμαι υπερβολικά ασυγκράτητος. Για τις ελλείψεις και τις γουρουνιές των ποιημάτων μου είμαι υπεύθυνος εγώ κι' όχι οι θεωρίες. Αυτό που Σας φαίνεται αποκρουστικό, απωθητικό, — εγώ το αισθάνομαι σαν κάτι δικό μου, γνήσιο, και συνεπώς, ούτε όμορφο, ούτε άσxημο, απλώς το πρέπον. Γράφω xωρίς ρίμες και "μέτρα" όχι γιατί "έτσι αντιλαμβάνομαι την ποίηση", μα μόνο επειδή οι πλούσιες ρίμες και ο κλασικός στίχος μου τρυπάνε τ' αυτιά... Δεν έχω κλίση στην ποίηση των διαθέσεων και των αποχρώσεων, με τραβάει περισσότερο το γενικά, το "μνημειώδες", αισθάνομαι πάντα την ανάγκη να αποκαλύψω κάτι, να δείξω... το βασικό χαρακτηριστικό του. Να γιατί απ' την σύγxρονη τέχνη αγαπώ περισσότερο απ' όλες τις τάσεις τον κυβισμό. Μου μιλάτε για τους "γλυκούς ήxους και τις προσευxές". Όμως, δε νομίζω νάναι όλοι οι γλυκείς ήχοι προσευχές, το σωστότερο θα είταν να πούμε πως όλες οι προσευχές απευθύνονται σε θεούς, όχι όλες όμως στον θεό... Όλ' αυτά μπορεί να είναι πολύ μονόπλευρα, ο λόγος ωστόσο δεν είναι που έχω μονόπλευρες αντιλήψεις για την ποίηση, μα που εγώ ο ίδιος είμαι μονόπλευρος. Νομίζω πως δεν παρέλειψα τίποτα ουσιώδες απ' αυτά που ήθελα να Σας πω. Μας χωρίζει ένας τοίχος — όχι μόνο οι χιλιάδες τα βέρστια!.. Τιτλοφορώντας τη συλλογή μου "Παραμονές", εκτός απ' τη γενική σημασία, είχα υπ' όψη μου και την προσωπική μου περίπτωση. Το βιβλίο αυτό δεν είναι παρά οι παραμονές μου...»


Από τo βιβλίο του Ιλία Έρενμπουργκ Άνθρωποι, χρόνια, ζωή
(τόμος α')
εκδ. Νεφέλη, 1980
Μετάφραση: Άρης Αλεξάνδρου


(φωτογραφία: jjew.ru μέσω rt.com)

Ακόμα:
Ιλία Έρενμπουργκ, στα Αυτοβιογραφικά

Ετικέτες

Πινακοθήκη ~ Ladislas Wladyslaw Von Czachórski (1850–1911)

10 Φεβ 2010

6The Invitation Letter6


6The Letter6

Ετικέτες

Νίκος Δαββέτας: Ανεπίδοτη επιστολή

6 Φεβ 2010


Πολυαγαπημένη μου

Πιάνω σήμερα - παραμονές της εγχείρησής μου — μολύβι και χαρτί στα χέρια μου, γιατί κάτι μου λέει πως δεν θα σε ξαναδώ. Οι γιατροί βέβαια εδώ είναι αισιόδοξοι, μα εγώ έχω κακό προαίσθημα. Χθες Κυριακή, σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και στάθηκα όρθιος μπροστά στο παράθυρο. Έξω είχε αρχίσει να χιονίζει. Τόσο πολύ χιόνι είχα σχεδόν τριάντα χρόνια να δω. Δεν στο κρύβω πως στην αρχή αισθάνθηκα μια ευφορία, ύστερα από λίγο όμως η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει σαν παλαβή καθώς διέκρινα, πάνω στο ολόλευκο παρτέρι, ίχνη από οπλές αλόγων. Με βρήκαν, σκέφθηκα. Ίδια και τότε τα πατήματα, βαθιά, ευδιάκριτα.

Μάρτιο του '49, υπηρετούσα στην Έδεσσα. Ήμουνα στο λόχο με τους «Ανανήψαντες». Μόλις είχαμε φτάσει από το Μακρονήσι και πήραμε διαταγή να κινηθούμε προς το Καϊμακτσαλάν. «Εκκαθαριστική επιχείρηση». Θα χτενίζαμε σπιθαμή προς σπιθαμή την ανατολική πλαγιά. Στα χαμηλά, το χιόνι κρατούσε ακόμη μεριές, μεριές. Μέχρι να φτάσουμε στις Κερασιές ξεπαγιάσαμε. Διανυκτερεύσαμε στο Δημοτικό σχολείο. Βγάλαμε τ' άρβυλα και ξαπλώσαμε πάνω στα θρανία με τα ρούχα μας. Ξάφνου, μέσα στη νύχτα ακούσαμε φωνές από τους σκοπούς. Κάποιος ανέφερε στο λοχαγό πως είδε ίχνη από άλογα στο χιόνι.

[....]
Λεν το ομολόγησα ποτέ και σε κανένα, αν κι εσύ νομίζω πως το είχες υποψιαστεί: Στο Μακρονήσι ούτε το ξύλο με λύγισε, ούτε ο θάνατος. Για μια γυναίκα υπέγραψα. Στο στρατόπεδο κουβαλούσα πάνω μου μια φωτογραφία της. Την έβλεπα κάθε τόσο και δεν την χόρταινα. Γιατί εμένα να με φάει το χώμα —σκεφτόμουνα— κι αυτή η ομορφιά να πέσει σε ξένα χέρια; Γιατί εγώ να σαπίζω εδώ πέρα και η ζωή έξω να συνεχίζεται σαν τίποτα να μην συνέβη; Μπροστά στην ομορφιά δεν υπάρχουν διλήμματα, την ακολουθείς και με κλειστά τα μάτια. Ένα μεσημέρι παρουσιάστηκα ξαφνικά στη διοίκηση του τάγματος: «Φέρτε μου να υπογράψω και στείλτε με όπου στο διάολο θέλετε». Έμειναν εμβρόντητοι οι αξιωματικοί. Ωστόσο δεν μετανιώνω. Ό,τι έγινε, έγινε και τίποτα δεν διορθώνεται, ούτε με τις εξομολογήσεις, ούτε με τις συγγνώμες. Καμιά φορά αναρωτιέμαι τι να απέγινε ο Αϊ Βασίλης του 1965; Τι απέγινε άραγε εκείνο το μεγάλο δέντρο με τα πολύχρωμα λαμπιόνια, τ' αγγελάκια και τις χρυσαφένιες μπάλες; Σαν ένα γλυκό όνειρο τα θυμάμαι όλα πια. Φαίνεται ότι η ζωή γίνεται ωραία όταν λιγοστεύει απελπιστικά, όταν φεύγει, χάνεται από κάθε κύτταρο του κορμιού και τίποτα δεν θυμίζει το φωτοστέφανό της παρά μόνο μια υποψία χρυσόσκονης στα λιγοστά μαλλιά. Βλέπω τώρα το χιόνι που πέφτει πυκνό απ' έξω και καταλαβαίνω πολύ καλά το μήνυμα. Ώρα να ξανανέβω στο Καϊμακτσαλάν, έχω ένα ραντεβού στη χαράδρα της Κερασιάς και δεν πρέπει ν' αργήσω.


Από Το Δέντρο - τ.141/142, Μάιος 2005

Ετικέτες

Γιάννης Γκούμας: Γράμμα από την Ζυρίχη στον Γιώργο Χρονά

1 Φεβ 2010


Είμαι πίσω στην Ζυρίχη μετά από πολλά χρόνια.
Μια ευπρόσδεκτη αλλαγή από το μπαλωμένο
οικοδομημένο χάσμα της Αθήνας.
Αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου εδώ
(όχι σαν σπίτι μακριά από το σπίτι μου,
γιατί δεν είχα ποτέ ένα σπίτι
απ' όπου να λείψω): Τίποτα από μένα δεν χρειάζεται
να περάσει απ' το μάτι της βελόνας.
Στην Ζυρίχη
παρομοιάζω τον εαυτό μου με φλούδα γύρω από κουκούτσι.
Όλα είναι όπως φαίνονται.
Όλοι λένε το ίδιο πράγμα με τον ίδιο τρόπο -
μια πόλη που σιγοτραγουδά μονάχη της.

Όταν προσγειωθήκαμε, η λίμνη είχε την όψη
παλιάς ξεθωριασμένης φωτογραφίας, μια καλή ομοιότης
με ό,τι υπήρξε η ζωή μου. Μα
η παραστατικότητά της γρήγορα απορρόφησε
κάθε εξπρεσιονιστικό γνώρισμα.

Έχω - είχα - πολλούς φίλους στην Ζυρίχη
(τα μέτωπα τους θα είναι πια γραμμές του πενταγράμμου),
διευθύνσεις στο Τάλβιλ, Έγγε, Μύνστεργκασε,
Έρλικον, Κίσναχτ, "Ερλενμπαχ, Βίτικον...
Αν τους τηλεφωνήσω, να συναντηθούμε
θα πρέπει να συστηθώ
σε αυταπάτες.

Το βραδάκι
περπάτησα πάνω - κάτω στην Μπάνχοφστρασε,
σαύρα που αναπαράγει την ουρά της.
Ήταν σαν οι φιλύρες
να είχαν βρει σε μένα την καθαυτό εποχή τους,
τόσο πλούσιο το άρωμά τους.
Κατέληξα στην Μπίρκλιπλατς,
να κάθομαι μόνος στην βουβή από μελωδίες
εξέδρα ορχήστρας.
Εδώ
η πόλη σχηματίζει γιάντες
η λίμνη να χρησιμεύει σαν είδος κάθαρσης.
Όταν νυχτώνει πολλοί έρχονται εδώ, έρχονται
για να πραγματοποιήσουν την επιθυμία τους...

Στην Ζυρίχη η ευπρέπεια είναι το παν.
Δένεις την δεμένη γραβάτα σου,
Κουμπώνεις το κουμπωμένο σου πουκάμισο.
Βγάζεις το καπέλο σου στον εαυτό σου
να βγάζει το καπέλο του στον καθρέφτη.
Και πρέπει νάχει κάτι το άλπειο το παρουσιαστικό σου:
Τα μάτια την ημέρα είναι ένα προσχέδιο
για το τι τα μάτια την νύχτα δελεάζουν.

Πόσο θα μείνω εδώ
είναι μάθημα αντοχής.
Η μνήμη δεν άφησε τίποτα από μένα
για να ξεχάσει.
Ό,τι σβήνεται είναι ανεξίτηλο
σ' ένα ποίημα με ημερομηνία Ιούλιος 1971.


Από την Οδό Πανός - τ.122, Οκτ. 2003
μετάφραση από τα αγγλικά: Δημήτρης Λαλέτας

Ετικέτες