<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d88644137678078798\x26blogName\x3d%CE%B3%CF%81%CE%AC%CE%BC%CE%BC%CE%B1+%CF%83%CE%B5+%CF%87%CE%B1%CF%81%CF%84%CE%AF\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dBLUE\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://allilografia.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://allilografia.blogspot.com/\x26vt\x3d-4503636247666117187', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe" }); } }); </script>

γράμμα σε χαρτί

"Στην τσέπη του παλτού σου παλιό σουσάμι, φλούδα φυστικιών και το τσαλακωμένο γράμμα μου." - Γιάννης Βαρβέρης
 

Γιώργος Χουλιάρας: Βαλσαμωμένα λόγια στο γυαλί προθήκης

29 Απρ 2007


Βαλσαμωμένα λόγια στο γυαλί προθήκης
που ζωντανεύουν ακούγοντας νέα βήματα
επισκέπτη σε μουσείο αλληλογραφίας
νεκρών πια συγγραφέων "αγαπητέ μου"
επιστολών που "εγκάρδια" προς εμάς
πρέπει να απευθύνονται ανασυντάσσοντας
κατάστιχα στο λογιστήριο του μυαλού
όπου αθροίζονται τετριμμένες φράσεις
καθώς "αυτό ευχόμεθα και για εσάς"
διάβασε, μας γράφουν οι νεκροί


Γιώργος Χουλιάρας
- Γράμμα-
(εκδ. Ύψιλον, 1995)

Ετικέτες ,

Πινακοθήκη ~ Georges de La Tour (1593-1652)

25 Απρ 2007

6 Saint Jérôme lisant une lettre 6

Ετικέτες

o Λόρδος Βύρων στην μητέρα του, Catherine Gordon Byron

21 Απρ 2007


Πρέβεζα, 12 Νοεμβρίου 1809

Αγαπητή μου μητέρα,

[...] Ξεκίνησα από τα Γιάννινα με άλογα του βεζίρη και είδα τα παλάτια του ίδιου και των εγγονών του, είναι μεγαλοπρεπή, αλλά παραφορτωμένα με μετάξι και χρυσάφι. Κατόπιν σκαρφάλωσα στα βουνά και πέρασα από τη Ζίτσα, ένα χωριό με ελληνικό μοναστήρι (όπου κοιμήθηκα κατά την επιστροφή) στην ωραιότερη τοποθεσία που έχω αντικρίσει ποτέ (πάντα με την εξαίρεση της Cintra στην Πορτογαλία). Έπειτα από εννιά μέρες έφτασα στο Τεπελένι, το ταξίδι μας παρατάθηκε εξαιτίας των χειμάρρων που κατέβαιναν από τα βουνά κι έκοβαν τους δρόμους. Ποτέ δεν θα ξεχάσω την ανεπανάληπτη σκηνή της εισόδου μας στο Τεπελένι στις πέντε το απόγευμα, καθώς ο ήλιος βασίλευε, μου έφερε στη μνήμη (με κάποιες σκηνογραφικές αλλαγές) την περιγραφή του πύργου του Branksome στην μπαλάντα του Scott, και το φεουδαρχικό σύστημα. [...] Οδηγήθηκα σ' ένα πολύ όμορφο δώμα και ο γραμματέας του βεζίρη με ρώτησε "a la mode de Turque" για την υγεία μου. Την άλλη μέρα παρουσιάστηκα στον Αλή πασά, φορούσα πλήρη στολή αξιωματικού του Επιτελείου μ' ένα υπέροχο σπαθί κλπ. Ο βεζίρης με υποδέχτηκε σε μια μεγάλη μαρμαρόστρωτη αίθουσα με συντριβάνι στη μέση και πορφυρά ντιβάνια ολόγυρα, με υποδέχτηκε όρθιος, θαυμάσια φιλοφρόνηση από έναν μουσουλμάνο, και μ' έβαλε να καθίσω δεξιά του. Έχω έναν Έλληνα διερμηνέα για όλες τις περιστάσεις, αλλά σ' αυτή την περίπτωση μεσολάβησε ένας γιατρός του Αλή, που ξέρει λατινικά. Η πρώτη του ερώτηση ήταν γιατί έφυγα από την πατρίδα μου σε τόσο νεαρή ηλικία (οι Τούρκοι δεν έχουν ιδέα από ταξίδια αναψυχής), έπειτα είπε ότι ο άγγλος πρεσβευτής, ο λοχαγός Leake του είχε πει πως είμαι από σπουδαία οικογένεια, και μου ζήτησε να υποβάλω τα σέβη μου στη μητέρα μου, πράγμα που κάνω τώρα εξ ονόματος του Αλή πασά. Είναι βέβαιος, είπε, πως είμαι αρχοντογεννημένος, γιατί έχω μικρά αφτιά, σγουρά μαλλιά και λεπτοκαμωμένα άσπρα χέρια, και δήλωσε ότι του αρέσουν η εμφάνιση και το ντύσιμό μου. Μου είπε να τον θεωρώ πατέρα μου όσο είμαι στην Τουρκία και ότι με βλέπει σαν γιο του. Πράγματι μου φέρθηκε σαν να ήμουν παιδί του, μου έστελνε 20 φορές τη μέρα μύγδαλα και σερμπέτι, φρούτα και γλυκά. Με παρακάλεσε να τον επισκέπτομαι συχνά, κατά προτίμηση τα βράδια, που ήταν λιγότερο απασχολημένος. Αφού ήπιαμε καφέ και καπνίσαμε, αποσύρθηκα, κι έτσι τελείωσε η πρώτη μας συνάντηση. Από τότε τον είδα άλλες τρεις φορές. Είναι παράξενο ότι οι Τούρκοι, που δεν έxουν κληρονομικά αξιώματα ούτε πολλά αρxοντικά σόγια, εκτός από την οικογένεια του σουλτάνου, δίνουν τόση σημασία στην καταγωγή, γιατί διαπίστωσα ότι το γενεαλογικό μου δέντρο εμπνέει περισσότερο σεβασμό από τον τίτλο μου. Η Υψηλότης του είναι 60 ετών, πολύ παχύς και όχι ψηλός, αλλά με ωραίο πρόσωπο, φωτεινά γαλάζια μάτια και άσπρη γενειάδα, οι τρόποι του είναι πολύ ευγενικοί και ταυτόχρονα έχει εκείνη την αξιοπρέπεια που βρίσκω γενικά ανάμεσα στους Τούρκους. Η εμφάνιση του δείχνει οτιδήποτε άλλο εκτός από τον αληθινό χαρακτήρα του, γιατί είναι ένας αμείλικτος τύραννος, ένοχος για τις πιο φριχτές ωμότητες, πολύ γενναίος, και στρατηλάτης τόσο καλός ώστε αποκαλείται "ο μωαμεθανός Βοναπάρτης". Ο Ναπολέων, του πρότεινε δυο φορές να τον κάνει βασιλιά της Ηπείρου, αυτός όμως προτιμά το αγγλικό ενδιαφέρον και απεχθάνεται τους γάλλους, όπως μου είπε ο ίδιος, είναι τόσο σπουδαίος ώστε τον φλερτάρουν επίμονα και οι δύο, γιατί οι Αλβανοί είναι πιο εμπειροπόλεμοι υπήκοοι του σουλτάνου, αν και ο Αλής μόνο κατ' όνομα είναι υποτελής στην Πύλη. Στάθηκε δεινός πολεμιστής, αλλά όσο πετυχημένος, άλλο τόσο βάρβαρος είναι, αφού ψήνει τους στασιαστές κλπ. κλπ. Ο Βοναπάρτης του έστειλε μια ταμπακέρα με την εικόνα του [.] μου είπε ότι η ταμπακέρα ήταν μια χαρά, αλλά την εικόνα προτιμούσε να την αγνοεί, γιατί δεν του άρεσε ούτε αυτή ούτε το πρωτότυπο. Η ιδέα του ότι μπορείς να κρίνεις την καταγωγή ενός ανθρώπου από τα αυτιά, τα χέρια κλπ. ήταν αρκετά παράξενη. Εμένα μου στάθηκε πράγματι σαν πατέρας, μου έδωσε συστατικά γράμματα, φρουρούς, και μου έκανε κάθε δυνατή διευκόλυνση. Οι επόμενες συνομιλίες μας αφορούσαν τον πόλεμο και τα ταξίδια, την πολιτική και την Αγγλία. Φώναξε τον Αλβανό στρατιώτη που με φροντίζει και του είπε να με προσέχει σαν τα μάτια του. Λέγεται Βασίλι και είναι γενναίος, άτεγκτα τίμιος και πιστός όπως όλοι οι Αλβανοί, που είναι όμως ωμοί, αν και όχι ύπουλοι κι έχουν αρκετά ελαττώματα, αλλά όχι μικροψυχία. Από την άποψη της έκφρασης του προσώπου είναι ίσως η ωραιότερη ράτσα του κόσμου, οι γυναίκες τους είναι κι αυτές όμορφες πότε πότε, αλλά τις μεταχειρίζονται σαν σκλάβες, τις δέρνουν και κοντολογίς είναι σκέτα υποζύγια, οργώνουν, σκάβουν και σπέρνουν, τις είδα να κουβαλάνε ξύλα και μάλιστα να επισκευάζουν τις δημοσιές, οι άνδρες είναι όλοι στρατιώτες, ο πόλεμος και το κυνήγι είναι οι μόνες ασχολίες τους, οι γυναίκες είναι οι ξωμάχοι, πράγμα που στο κάτω κάτω δεν είναι μεγάλη ταλαιπωρία σ' ένα τόσο θελκτικό κλίμα...

Αύριο θα φύγω με φρουρά πενήντα ανδρών για την Πάτρα στον Μοριά, και από κει θα πάω στην Αθήνα, όπου θα ξεχειμωνιάσω. Πριν από δυο μέρες παραλίγο να πνιγώ μ' ένα τουρκικό πλοίο εξαιτίας της ασχετοσύνης του καπετάνιου και του πληρώματος, παρόλο που η τρικυμία δεν ήταν δυνατή. Ο Fletcher καλούσε με ουρλιαχτά τη γυναίκα του, οι Έλληνες ζητούσαν βοήθεια απ' όλους τους αγίους, οι μουσουλμάνοι απ' τον Αλλάχ, ο καπετάνιος έβαλε τα κλάματα κι έφυγε τρεχάτος από το κατάστρωμα λέγοντάς μας να προσευχηθούμε στον Θεό, τα πανιά κουρελιάστηκαν, η κεραία του μεγάλου καταρτιού τρανταζόταν, ο άνεμος φυσούσε δυνατά, η νύχτα έπεφτε, και η μόνη μας ελπίδα ήταν να φτάσουμε στην Κέρκυρα, που την κατέχουν οι Γάλλοι, αλλιώς μας περίμενε (όπως είπε μελοδραματικά ο Fletcher) "ένας υγρός τάφος". Έκανα ό,τι μπορούσα για να παρηγορήσω τον Fletcher, αλλά βρίσκοντάς τον αδιόρθωτο τυλίχτηκα στην αλβανική καπότα μου (έναν τεράστιο μανδύα) και ξάπλωσα στο κατάστρωμα περιμένοντας το χειρότερο, έχω μάθει να το φιλοσοφώ στα ταξίδια μου, αλλά και να μην είχα μάθει, τα παράπονα ήταν ανώφελα. Ευτυχώς ο άνεμος κόπασε και μας παρέσυρε στην ακτή του Σουλίου... [...] Το επόμενο γράμμα του Fletcher θα είναι γεμάτο σημεία και τέρατα, μια νύχτα χαθήκαμε για εννιά ώρες στα βουνά μέσα σε καταιγίδα με κεραυνούς και παραλίγο ν' αφήσουμε εκεί τα κόκαλά μας, και στις δύο περιπτώσεις ο Fletcher τα χρειάστηκε για τα καλά, στη μία φοβήθηκε πως θα πεθάνουμε από την πείνα ή θα πέσουμε στα χέρια ληστών, στην άλλη πως θα πνιγούμε. Τα μάτια του είχαν ερεθιστεί λίγο από τις αστραπές ή το κλάμα (δεν ξέρω ποιο από τα δυο), αλλά έγιναν καλά. Όταν μου γράψεις, στείλε το γράμμα στον κ. Strane, πρόξενο της Αγγλίας, Πάτρα, Μοριά. Θα μπορούσα να σου γράψω κι εγώ δεν ξέρω για πόσα επεισόδια που νομίζω ότι θα σε διασκέδαζαν, αλλά συνωστίζονται στο μυαλό μου και θα φούσκωναν το γράμμα μου, και δεν μπορώ ούτε να τα τακτοποιήσω στο ένα ούτε να τα μεταφέρω στο άλλο, παρά μόνο πολύ συγκεχυμένα και με τον συνηθισμένο, απαίσιο γραφικό χαρακτήρα μου. Μου αρέσουν πολύ οι Αλβανοί, δεν είναι όλοι Τούρκοι, μερικές φυλές είναι χριστιανικές, αλλά η θρησκεία τους δεν επηρεάζει πολύ τις συνήθειες ή τη συμπεριφορά τους, θεωρούνται τα καλύτερα στρατιωτικά σώματα στην τουρκική υπηρεσία. Κατά τη διαδρομή μου έμεινα δυο μέρες την πρώτη φορά και τρεις την δεύτερη σ' έναν στρατώνα στη Σαλόρα και ποτέ δεν συνάντησα στρατιώτες τόσο υποφερτούς, παρόλο που έζησα από κοντά τις φρουρές του Γιβραλτάρ και της Μάλτας και χόρτασε το μάτι μου ισπανικά, γαλλικά, σικελικά και βρετανικά στρατεύματα, δεν μου έκλεψαν τίποτε και με προσκαλούσαν πάντα να μοιραστώ το φαγητό και το γάλα τους. Δεν πάει μια βδομάδα που ένας Αλβανός φύλαρχος (κάθε χωριό έχει το φύλαρχό του, που λέγεται προεστός), αφού μας βοήθησε να βγούμε από την τουρκική γαλέρα που κινδύνευε, αφού μας τάισε και φιλοξένησε τη συνοδεία μου που την αποτελούσαν ο Fletcher, ένας Έλληνας, δύο Αλβανοί, ένας Έλληνας παπάς και ο συνταξιδιώτης μου κ. Hobhouse11, αρνήθηκε οποιαδήποτε αμοιβή και ζήτησε μόνον ένα σημείωμα που να βεβαιώνει ότι με υποδέχτηκε καλά, και όταν τον πίεσα να δεχτεί λίγα τσεκίνια απάντησε "Όχι, θέλω να μ' αγαπάς, όχι να με πληρώσεις".
[...]
Δεν έχω κανέναν στην Αγγλία να του στείλω χαιρετισμούς, και δεν θέλω να μάθω τίποτε από εκεί, εκτός ότι είσαι καλά, και να λάβω ένα δύο υπηρεσιακά γράμματα από τον Hanson, στον οποίο μπορείς να πεις να γράψει. Θα ξαναγράψω μόλις μπορέσω και σου στέλνω την αγάπη μου.

Ο γιος σου
BYRON
Y.Γ.: Έχω μερικές πολύ "magnifique" αλβανικές φορεσιές, τα μόνα ακριβά είδη σ' αυτή τη χώρα, κόστισαν 50 γκινέες η καθεμιά κι έχουν επάνω τους τόσο χρυσάφι που στην Αγγλία θα κόστιζαν διακόσιες. Με σύστησαν στον Χουσεϊν μπέη και στον Μαχμούτ πασά, μικρά παιδιά και οι δύο, εγγόνια του Αλή, στα Γιάννινα. Δεν μοιάζουν καθόλου με τα δικά μας αγόρια, έχουν βαμμένο πρόσωπο σαν κοκόνες, με κοκκινάδι στα μάγουλα, μεγάλα μαύρα μάτια και εντελώς κανονικά χαρακτηριστικά. Είναι τα πιο χαριτωμένα ζωάκια που έχω δει ποτέ μου, κι έχουν ήδη μυηθεί στην αυλική εθιμοτυπία, ο τουρκικός χαιρετισμός είναι μια ελαφρά κλίση του κεφαλιού με το χέρι στο στήθος, συμβολίζει πάντα φιλί, ο Μαχμούτ είναι δέκα ετών κι ελπίζει να με ξαναδεί, είμαστε φίλοι, χωρίς να καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον, όπως πολλοί άνθρωποι, αν και για διαφορετική αιτία' μου έδωσε ένα γράμμα για τον πατέρα του στον Μοριά, για τον οποίο έχω γράμματα και από τον Αλή πασά.


Από το βιβλίο Λόρδος Μπάυρον, Επιστολές από την Ελλάδα, εκδ. Ιδεόγραμμα, 1996 - μτφ: Δημοσθένης Κούρτοβικ.

Ετικέτες

o Γιώργος Ιωάννου προς Χρήστο Σαμουηλίδη

17 Απρ 2007


Θεσσαλονίκη 15 Δεκεμβρίου 1949.
ΕΛΟΓΟΚΡΙΘΗ
Χρήστο,
...
Απόψε αισθάνθηκα απόλυτη την ανάγκη να επικοινωνήσουμε. Τον τελευταίο καιρό είμαι αφάνταστα μονάχος, είναι κάτι το τρομερό - ιδίως για έναν σαν και μένα. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο είμαι στενοχωρημένος, πόσο κενός και γεμάτος νευρικότητα. Σίγουρο που δε θάχουμε καλά ξεμπερδέματα με μια τέτοια κατάσταση. Τώρα που σου γράφω νιώθω τα χείλη μου σκασμένα και καίνε. Δεν έχω πυρετό πραγματικό, ούτε άρρωστος είμαι. Είναι απ' αυτό. Απ' τη σκασίλα και τη στεναχώρια που μου δίνει το αναίτιο αυτό πνίξιμο, η ανομοιότητα με τους άλλους και η μάταιη αναζήτηση λίγης κατανόησης. Άνθρωπο που τα ζητήματα τα μεταφυσικά και γενικά αυτά τα προβλήματα της ύπαρξής μας και της λύτρωσής μας δε βρήκα να τα αντιμετωπίζει έτσι καφτερά και τόσο απελπισμένα. Δεν είδα σε κανενός τη ζωή - τα τόσο γενικά προβλήματα και που μπορούν ίσως να παραμεριστούν - να παίζουν τόσο ρόλο και στα παραμικρότερα ζητήματα της ζωής του. Νοσηρή, θα πεις, η κατάσταση. Ίσως. Όλα μπορώ να τα παραμερίσω γιατί νιώθω χαμένον κόπον την απασχόληση με αυτά. Και το μόνο που μας μένει είναι η Τέχνη και η κατανόηση, η αγάπη, ο έρωτας, αν θες, ή η "φιλότης". Μονάχα αυτά λυτρώνουν. Τουλάχιστον εμένα. Δεν μπορώ να νιώσω τίποτα απ' τη λύτρωση έχοντας το ένα απ' τα δυο. Αυτά που σου γράφω μη τυχόν και τα πάρεις για κουβέντες ακαδημαϊκές. Προς Θεού! Θα είναι η μεγαλύτερη προσβολή που θα μου γίνει. Η πιο πικρή. Στο πρώτο γράμμα σου μου απαντάς τόσο εκεί που ήθελα, ώστε νομίζω πως αποτελεί έναν σταθμό (ίσως κρίσιμο) στις σχέσεις μας. Έδωσες σημασία σαν γνήσιος ψυχαναλυτικός στο σπουδαιότερο σημείο του γράμματός μου. Μάθε πως μούρχονταν πολύ δύσκολο να γράψω για τις ερωτικές αποκλίσεις. Νιώθω πως κατάλαβες πιο πολλά απ' όσα γράφεις. Κι εγώ βέβαια σου έγραψα λιγώτερα. Το ενδιαφέρον σου είναι συγκινητικό. Πρέπει να συναντηθούμε γρήγορα. Έχουμε να πούμε πολλά. Να μου γράψεις περισσότερα και πιο συγκεκριμένα. Φαντάζομαι στο κέντρο που είσαι να έχουν φτάσει παιδιά απ' τη σχολή μας (Γιάννης κλπ.) Ο Γιάννης, με την καινούργια διαταγή περί αναστολών, απαλλάσσεται για την ώρα. Κι εσύ βέβαια θα περιλαμβανόσουν. Σε έχει κόψει και Λατινικά και αρχαία. Κυρίως στο συντακτικό. Τον συνάντησα δυο φορές, είδα τις κόλλες σου και στάθηκε αδύνατο να συζητήσω για καμμιά λύση. Αντίκρυσα άρνηση αυστηρή. Κύτταξε για καμιά άδεια μόλις το επιτρέψει η εκπαίδευσή σου και έλα να δώσεις για να τελειώνεις. Αύριο, μεθαύριο θα συναντηθώ με τον Βαρβιτσιώτη. Θα σου γράψω. Δώσε χαιρετισμούς.
Γεια-χαρά
Γιώργος

Υ.Γ. Χρήστο, μόλις διάβασα και το τρίτο γράμμα σου. Από την πρώτη στιγμή που διάβασα τη διαταγή αισθάνθηκα την ευθύνη μου απέναντι σε σένα και στην οικογένειά σου. Θα επιχειρήσω πάλι ξανά. Κάτι θα γίνει.
ο ίδιος


Από το βιβλίο Γιώργος Ιωάννου, δέκα ανέκδοτα γράμματα στον Χρήστο Σαμουηλίδη 1949 - 1951 - εκδ. Εστία, 1996. Εισαγωγή & Σχόλια: Αντιγόνη Βλαβιανού

(φωτ: kathimerini.gr)

Ετικέτες

Στάθης Κουτσούνης: To συστημένο

13 Απρ 2007


Το συστημένο (απόσπασμα)

__________της Γεωργίας

χτυπάει σούρουπο τα κουδούνια ένας άγνωστος
που λέει πως είναι ταχυδρόμος

τρέχοντας κατεβαίνουν οι ένοικοι

ένα σωρό ειδοποιητήρια στο γραμματοκιβώτιο
ένα σωρό προειδοποιητήρια

ώσπου μια μέρα τον είδα απ’ το μάτι
με γκρίζα γενειάδα και βλέμμα ανέκφραστο
να φωνάζει απέξω συστημένο

ανοίγω ανήσυχος το γράμμα
σκίζεται ο φάκελος και γεμίζουν
χώματα τα δάχτυλά μου
βλέπω τότε ένα μαύρο γραμματόσημο
να κοιτάει σαν άδειος οφθαλμός
και στη θέση του αποστολέα ξεθωριασμένο
τ’ όνομα μιας παλιάς αγάπης μου
που μίσεψε νωρίς

αγαπημένε

ελπίζω να λάβεις κάποτε το γράμμα μου
σε τούτη εδώ την Ξενιτιά
τα ταχυδρομεία είναι ανοργάνωτα
τα περισσότερα γράμματα χάνονται
ή φεύγουν καθυστερημένα
και κανείς δεν ξέρει αν φτάνουν

μου λείπεις
...

Στάθης Κουτσούνης
-Παραλλαγές του μαύρου-


(εκδ. Δελφίνι, 1998)

(στη φωτογραφία η είσοδος του ΑTHENS CENTER - 17/2/2007)

Ετικέτες , ,

Πινακοθήκη ~ Valentin de Boulogne (1591-1632)

9 Απρ 2007

6Saint Paul writing his epistles6



[o πίνακας, κατ' άλλους αποδίδεται στον Nicolas Tournier (1590-1638)]

Ετικέτες

o Στρατής Μυριβήλης προς Γιώργο Κοτζιούλα

5 Απρ 2007


Εν Μυτιλήνη τη 22.8.31

Βρε Γιώργο

Τρελλάθηκες; Τι αλογόμυγα ευθυμίας σέπιασε την ώρα πούγραφες το γράμμα σου, για να ξεχειλήσουν τα καλαμπούρια σου ως το φάκελλο; Σε καλό σου παιδί μου! Απ' το γράμμα σου κατάλαβα πως δεν είνε υπερβολές αυτά που γράφουνε ταθηνέικα φύλλα για τις ζέστες που σας σφίξανε αυτού πέρα μεταξύ Ακροπόλεως και Λυκαβηττού. Τι έπαθε +...+ Γράψε μου γιατί δεν ξαίρω. Γράψε μου και ότι άλλο νέο, κουτσομπολιά έχεις.
Τέτοια λοιπόν με τον Μάριον Ρουφιάνον; Κυρίως με λύπησε σαυτή την υπόθεση τανακάτωμα μιας κυρίας που με συνδέει μαζύ της πολύς σεβασμός και ευγνωμοσύνη. Δεν ήθελα να συρθεί τονομά της απ' αυτά τα παλιοτόμαρα.
Στον "Πυρσό" έχουν δίκιο. Είμαι αδικαιολόγητος με την τεμπελιά μου. Κρατώ τα δοκίμια αδιόρθωτα και ...κολυμπώ. Είμαι πολύ στενοχωρημένος κι έχω μήνες να γράψω σε κανέναν. Κοντά στάλλα ο περιοδεύων μου εισπράχτορας Κονδύλης μας καταχράστηκε 15.000 δρ. κ' έφερε τον Ταχυδρόμο σε μια πολύ κρίσιμη θέση.
Ευχαριστήθηκα πολύ που άρχισες να δέχεσαι καλόκαρδα τη ζωή, τον ήλιο και προπάντων τη θάλασσα. Όπως εγώ της πέφτω μες στην αγκαλιά περισσότερο ως εραστής παρά ως αθλητής.
Ο Κίμωνας μένει στην Πέτρα. Πήγα τον είδα και ...κολύμπησα στην αμμουδιά του. Αυτός δεν κολυμπάει, ο δάσκαλος. Το φθινόπωρο ίσως έρθω, αν ...εν τω μεταξύ τελειώσει το βιβλίο μου.
Ωραία τα κατάφερες με τις διορθώσεις του Νουμά που τις περιέθαλψες μέρες. Επίσης ο Ναπολ. Λαπαθιώτης δεν πήρε λέει ακόμα το βιβλίο του Κόντου. Είσαι φρίκη.

Σε φιλώ
Στρατής


Από το βιβλίο Αγαπητέ Κοτζιούλα, εκδ. Οδυσσέας, 1994. Πρόλογος: Γιάννης Παπακώστας και Επιμέλεια: Νάση Μπαλτά.

(φωτ: cmkon.org)

Ετικέτες

περί επιστολών Ι: μία άποψη

1 Απρ 2007


«9 ή ώρα. Παίρνω το μπλοκ μου της αλληλογραφίας. Εγώ το αγόρασα' μου ανήκει. Σε μια λευκή σελίδα του βάζω ημερομηνία. Εξακολουθεί να είναι δικό μου. Θα μπορούσε να είναι μια σελίδα του ημερολογίου μου. Στην αποκάτω γραμμή γράφω: «Αγαπητέ μου Ανδρέα...» Εξακολουθεί να είναι δικό μου, μα ο ίλιγγος αρχίζει: αυτή η αποστροφή στον Ανδρέα ενέχει την πρόθεση να του στείλω -άρα να του δώσω- αυτή τη σελίδα, εκτός κι αν γράψω μυθιστόρημα. Γράφω πράγματι ένα γράμμα στον Ανδρέα. Το τελειώνω, το υπογράφω. Αισθάνομαι ανακούφιση: σωστά του τάψαλα του υποκριτή! Αλλάζω όμως γνώμη: είχα την ανάγκη να τα γράψω όλα αυτά κάπου, αλλά δεν είναι ανάγκη και να τα στείλω. Φυλάω το γράμμα στα προσωπικά μου χαρτιά. Παραμένει δικό μου, αποκλειστικά δικό μου. Αλλάζω όμως γνώμη ξανά: τέλος πάντων, πρέπει να μάθει τί γνώμη έχω γι' αυτόν. Παίρνω ένα φάκελο, γράφω το όνομά του, τη διεύθυνση του, κολλάω ένα γραμματόσημο, βάζω το γράμμα στο φάκελο, τον κλείνω, βγαίνω έξω, ανηφορίζω ως το γραμματοκιβώτιο στη γωνία της οδού Μπαρτλεμπέκ (σηκώνουν τα γράμματα στις 11 πμ. και στις 3 μμ. η ώρα). Η ώρα είναι 10.45' και πράττω το ανεπανόρθωτο: ρίχνω το φάκελο στη σχισμή του γραμματοκιβωτίου και τον ακούω που πέφτει στα μαλακά' υπάρχουν κι άλλα γράμματα μέσα. Κατηφορίζω προς το σπίτι μου και η αμφιβολία με ξανακυριεύει: όπως και νάναι, το παράκανα! Ανηφορίζω και πάλι' πάω να περιμείνω το κίτρινο φορτηγάκι πού θάρθει να πάρει τα γράμματα από το κουτί, θα πάρω πίσω το γράμμα μου. Δικό μου είναι, αφού εγώ το πέταξα μόλις στο κουτί και το δικό μου όνομα είναι γραμμένο πίσω στο φάκελο.

»Αλλά ο ταχυδρομικός αρνείται να μου το επιστρέψει. Έχει δίκιο, εφαρμόζει τον κανονισμό. Από τη στιγμή πού έπεσε στο γραμματοκιβώτιο, το γράμμα ανήκει στον παραλήπτη. Ταχυδρομώ ένα γράμμα σημαίνει το ταχυδρομώ. Το να το πάρω πίσω σημαίνει ότι το κλέβω.»

Μ' αυτά τα λόγια αρχίζει ο σύγχρονος γάλλος θεωρητικός Philippe Lejeune ένα κεφάλαιο του βιβλίου του Περί Αυτοβιογραφίας, με τίτλο: «Σε ποιόν ανήκει ένα γράμμα;» και καταλήγει πάρα κάτω: «Τα γράμματα μου, ως αντικείμενα, ανήκουν στον παραλήπτη. Τα όσα γράφω εκεί προορίζονται γι' αυτόν. Αλλά η πνευματική ιδιοκτησία του κειμένου παραμένει δική μου. Μόνον εγώ δικαιούμαι να πάρω την απόφαση να τα δημοσιεύσω


Αντιγόνη Βλαβιανού, από την από την εισαγωγή του βιβλίου: Γιώργος Ιωάννου, δέκα ανέκδοτα γράμματα στον Χρήστο Σαμουηλίδη 1949 - 1951 - εκδ. Εστία, 1996

(εικόνα: doodleaday.co.uk)

Ετικέτες