<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d88644137678078798\x26blogName\x3d%CE%B3%CF%81%CE%AC%CE%BC%CE%BC%CE%B1+%CF%83%CE%B5+%CF%87%CE%B1%CF%81%CF%84%CE%AF\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dBLUE\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://allilografia.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://allilografia.blogspot.com/\x26vt\x3d-4503636247666117187', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe" }); } }); </script>

γράμμα σε χαρτί

"Στην τσέπη του παλτού σου παλιό σουσάμι, φλούδα φυστικιών και το τσαλακωμένο γράμμα μου." - Γιάννης Βαρβέρης
 

ο Αδαμάντιος Κοραής προς τον Μανώλη Τομπάζη

25 Ιουλ 2008


Παρίσι, 14 Ιουνίου 1820

Τιμιώτατε κύριε Τομπάζη.

Το γράμμα σου δείχνει, ότι αν δεν έλαβες καλήν ανατροφήν, ως παραπονείσαι, αξίζεις περισσότερον από πολλούς καυχωμένους εις την ανατροφήν των, επειδή αισθάνθης την δυστυχίαν της πατρίδος σου, και ζητείς ως φιλόστοργος αυτής υιός να την θεραπεύσης. Εδώ κλεισμένην την οποίαν επεθύμησες επιστολήν προς τους Δημογέροντας. Αλλ’ η επιστολή μου δεν θέλει κατορθώσει τίποτα, εάν εσύ φίλε, ενωμένος με τον τιμιώτατον αδελφόν σου, και άλλους τινάς συμπολίτας, φλεγομένους με τον αυτόν ζήλον, δεν παραστήσετε εις την φαντασία σας, ως παρόντα, όλα τα μέλλοντα καλά. Κανείς δεν ήθελεν κοπιάσειν να φυτεύσειν άμπελον, αν δεν ενισχύετο από την ελπίδα του τρύγους. Πλειότερα να σε γράψω δεν με συγχωρεί το γήρας μου. Έπειτα, τι άλλο να σε είπω πλειότερον, παρά παιδείαν, και πάλιν και πολλάκις παιδείαν. Μόνη η παιδεία έχει να θεραπεύσει τας κοινάς του ταλαιπώρου έθνους ημών δυστυχίας' η παιδεία μόνη έχει να μας ελευθερώσει από τον ανυπόφορον ζυγόν του αχρειεστάτου Σκυθικού έθνους. Μακάριοι όσοι βοηθούν την παιδείαν και με το έργον' αυτούς μόνον γνωρίζω γνησίους απογόνους των Ελλήνων’ όσοι αδιαφορούν εις αυτήν, ή και την πολεμούν είναι Τούρκων, όχι Ελλήνων γεννήματα.

Ως γνήσιον υιόν και φίλον της Ελλάδος σ’ εύχομαι κατόρθωσιν των καλών σου σκοπών.

Εις τας προσταγάς σου.


Από τον 43ο τόμο ("Nεοελληνική επιστολογραφία") της Βασικής Βιβλιοθήκης - εκδόσεις Ιωάννου Ν. Ζαχαρόπουλου, 1955 (copyright Αετός)

Ετικέτες

Στέλλα Βογιατζόγλου: Περνώντας βιαστικά ανάμεσά τους

21 Ιουλ 2008


Κατάλαβέ το, βρε ηλίθιο, μπήγεις στο τέλος τις φωνές. «Μόνο για να τελειώνει επιτέλους ο Νίκος με τις σπουδές του το κάνω.»

Πού να το παραδεχτείς, βέβαια, πως καίγεσαι μακριά του. Ή το παραδέχεσαι τάχα ποτέ, όποτε οι επιθυμίες σου περιφρονούν τη λογική του νου; Το καλύτερό σου, όμως, πιστεψέ με.

Τα πoλυσέλιδα γράμματά σου, στην αρχή, με κάνουν και πεθαίνω από ζήλια, αφού από τα πρώτα φοιτητικά μας χρόνια περιορίστηκα ανάμεσα σ' άλλα και στην ασφυξία του Δημοσίου. Θα 'θελα να περιφέρομαι μαζί σου στους θολωτούς δρόμους της Mπoλόνια χαζεύοντας αρχοντικά και βιτρίνες μαγαζιών και να καταλήγουμε σε κάποια οστερία. Ή να μένω στο προπολεμικό διώροφο με τις δαιδαλώδεις σκάλες, που αντηχεί από γέλια, φάρσες, μουσικές με ρεμπέτικα, Καζαντζίδη, Διονυσίου, Τσιτσάνη, Χέντριξ, Ζάπα, Λεντ Ζέπελιν, πόσο μάλλον Σαββόπουλο, σαν στήνονται γλεντάκια απ'το τίποτα. Άσε που πεθαίνω και από περιέργεια να γνωρίσω και την τόσο ζωντανή και πάντοτε βαμμένη έντονα παρά τα εβδομήντα της και χρόνια, όπως μου περιγράφεις, σπιτονοικοκυρά σας, που διαρκώς κάνει υπομονή μ' όλους σας για τα νοίκια, αφού ειναι ερωτευμένη μεχρι τα μπούνια με τον Νίκο.

Ωστόσο, τις προάλλες, που έψαχνα κοινά μας χνάρια, βρήκα ένα γράμμα σου όχι και τόσο αισιόδοξο.

«Συγκατοικούμε πάνω από δώδεκα Έλληνες που κάνουν παρέα μόνο μ' Έλληνες, αν και δεν ταιριάζουν τα χνότα μας σε τίποτα. Μια εξήγηση θα 'ταν ίσως πως κάποιοι από τους συμφοιτητές των παιδιών, τους κρατούν σε απόσταση. Ίσως πάλι να έχουν τη μύγα και να μυγιάζονται από μόνοι τους. Δεν ξέρω. Όπως και να 'χει, το σίγουρο είναι πως συχνά συμπεριφερόμαστε μεταξύ μας λες και είμαστε πειραγμένοι στο μυαλό. Βλέπεις, εκτός απο τις αιώνιες αφραγκίες μας, μας κυνηγάνε κι ένα σωρό ανασφάλειες. Έτσι, ευτυχώς, που έχουμε στο σπίτι την καλή μας μάγισσα. Τη λένε Μάχη.
»Καταπληκτικό κορίτσι. Σε κάνει να γελάς και όταν είναι η ίδια στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Και είναι συχνά τελευταία. Γιατί εκτός του ότι τα γκομενικά της πάνε απ' το κακό στο χειρότερο, οι δικοί της άρχισαν και σκαλίζουν τα των σπουδών της. (Νομίζουν πως κάνει το διδακτορικό της, όταν η Μάχη, όπως και οι περισσότεροι εδώ μέσα, δεν έχει ξεμπερδέψει ούτε με τα μαθήματα του δεύτερου έτους, και αυτή η ήττα τη ρημάζει καθημερινά.)
»Πάντως οι δυό μας - μη ζηλεύεις - γίναμε αυτοκόλλητες. Μαζί σε βόλτες και ταξίδια με οτοστόπ, μαζί και σε «υπερπαραγωγές» της Τσινετσιτά, με τον Ηρακλή και τον Μασίστα. (Δεν φαντάζεσαι τι χαβαλές γίνεται στη συγκεκριμένη αίθουσα, όπου ο ιδιοκτήτης ξεθάβει ταινίες αυτού του είδους δεκαπέντε και βάλε ετών και εμείς επιστρέφουμε στα παιδικά μας χρόνια, μ' ένα εισιτήριο, πες τσάμπα.) Γι αυτό σκασίλα μας μεγάλη που μας προσάπτουν οι συγκάτοικοί μας απλοϊκά γούστα. Όταν, μάλιστα, πάνω σε τυχόν αναλύσεις τους γύρω από ταινίες πολιτικές, βγάζουν στην επιφανεια τόσο πολύπλοκες διαφωνίες και αντιθέσεις (απ' τον Μάο έως την επανάσταση), που μετά από ολονύκτιους καβγάδες το σπίτι θυμίζει πεδίο μάχης.
»Να μην σ' τα πολυλογώ, αυτό που δεν περίμενα να νιώσω, ανάμεσα σε πολλά άλλα, είναι η νοσταλγία. Και για πρώτη φορά άρχισα να καταλαβαίνω πόσους καημούς και μοναξιά θα πέρασε ο αδελφός μου, ο Αλέκος, ξενιτεμένος στη Γερμανία, αν και μας έγραφε πως όλα καλά, ίσαμε που συνέβη... ό,τι συνέβη.
»Τώρα, ως προς τη μανούλα μου, την Αγλαΐτσα, που με ρώτησες στο προηγουμενό σου γράμμα και τη μάνα του Νίκου... Σε πληροφορώ πως οι αχώνευτες τσιγκουναρίες, σε αντίθεση με τις μάνες των άλλων παιδιών που τους εφοδιάζουν κάθε τόσο με δέματα τίγκα στα καλούδια, εξακολουθούν να μη στέλνουν ποτέ τίποτα!»

Υστερόγραφο πρώτο: «Αν και βαθιά μέσα μου γνωρίζω πως ζόρισα πολύ τον Νίκο και στο διάβασμα... Φαντάσου ότι χθες έκανε μια κίνηση λες και ήθελε να με χαστουκίσει, μόλις θέλησα να τον συνοδεύσω, όπως και το 'χουμε συνήθειο, στο μάθημα που έδινε προφορικά. Εν ολίγοις, σκατά!».

Υστερόγραφο δεύτερο: «Δεν ξέρω γιατί, όταν σου γράφω, χρησιμοποιώ κάποιες δικές σου λέξεις και φράσεις, αν και δεν τις "πάω" διόλου. Ίσως γιατί μου λείπεις όσο δεν φαντάζεσαι. Γι' αυτό θα έπρεπε να φιλοτιμηθείς και να μου γράφεις πιο συχνά».

Αν θυμάμαι καλά, ένα δυο μήνες μετά απ' αυτό το γράμμα, ο Νίκος είναι στη Θεσσαλονίκη και μου τηλεφωνεί να βρεθούμε. Κάτι θέλει να μου πει για τη σχέση σας, αλλά, επειδή διαισθάνομαι τα χειρότερα, αρχίζω και μανουβράρω την κουβέντα σε πράγματα μάλλον πληκτικά γι' αυτόν.



Από το βιβλίο της Στέλλας Bογιατζόγλου Περνώντας βιαστικά ανάμεσά τους
Εκδ. Κέδρος, 2000

Ετικέτες

Αντώνης Αντωνάκος: Οι ναύτες του Τσαρούχη

17 Ιουλ 2008


Οι ναύτες του Τσαρούχη, τα βράδυα
μαζεύονται σ' ένα καφενείο
κοντά στο λιμάνι του Πειραιά.

Άλλοι κανονίζουν να φύγουν
για το χωριό τους με το ΚΤΕΛ
άλλοι γράφουν γράμμα στη μάνα τους.

Στο τέλος της νύχτας χαλάν τα σχέδια
σκίζουν τα γράμματα.

Πέφτει μια μοναξιά και τα παγώνει όλα.


Από τo περιοδικό Πανδώρα, τ.5/1999

Ετικέτες

Πινακοθήκη ~ Henry Thomas Alken (1785-1851)

13 Ιουλ 2008

6A mail coach guard6
Image and video hosting by TinyPic

Ετικέτες

Oscar Wilde: Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκραίυ

9 Ιουλ 2008


Σήμανε τρεις, και τέσσερις, και ύστερα σήμανε ημίωρο με τον χαρακτηριστικό διπλό χτύπο, αλλά ο Ντόριαν Γκραίυ δεν σάλεψε. Πάσχιζε να μαζέψει τα άλικα νήματα της ζωής και να υφάνει ένα σχέδιο - να βρει το δρόμο του μέσα στον αιμάτινο λαβύρινθο του πάθους στον οποίο περιπλανιόταν. Δεν ήξερε τι να πράξει ή τι να σκεφτεί. Στο τέλος σηκώθηκε, πήγε στο τραπέζι και έγραψε ένα γράμμα όλο πάθος στο κορίτσι που είχε αγαπήσει, εκλιπαρώντας τη συγχώρεσή της και κατηγορώντας τον εαυτό του ότι είναι τρελός. Γέμιζε τη μία σελίδα μετά την άλλη με αλλόφρονα λόγια θλίψης και ακόμη πιο αλλόφρονες λέξεις οδύνης. Είναι γλυκιά η αυτοκριτική. Όταν ψέγουμε τον εαυτό μας πιστεύουμε ότι κανείς άλλος δεν έχει δικαίωμα να μας ψέξει. Την άφεση μάς τη δίνει η εξομολόγηση, όχι ο ιερέας. Μόλις δίπλωσε το γράμμα, ο Ντόριαν ένιωθε ότι είχε συγχωρεθεί.

Έξαφνα ακούστηκε χτύπος στην πόρτα και αμέσως, απ' έξω η φωνή του Λόρδου Χένρυ: "Καλό μου αγόρι, πρέπει να σε δω οπωσδήποτε. Άνοιξέ μου αμέσως. Δεν αντέχω να σκέφτομαι ότι κλειδώθηκες εκεί μέσα".

Στην αρχή ο Ντόριαν δεν αποκρίθηκε, παρά καθόταν εντελώς ακίνητος. Ο χτύπος στην πόρτα επέμενε όμως και δυνάμωνε, Ναι' ήταν προτιμότερο να ανοίξει στον Λόρδο Χένρυ και να του μιλήσει για τη νέα ζωή που σκόπευε να αρχίσει, να μαλώσει μαζί του αν ήταν ανάγκη να μαλώσει, να χωρίσει αν ο χωρισμός ήταν αναπόφευκτος. Πήδησε όρθιος, κάλυψε βιαστικά το πορτραίτο με το παραβάν και ξεκλείδωσε την πόρτα.


Από το βιβλίο του Όσκαρ Ουάιλντ Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκραίυ
Εκδ. Σμίλη, 2000
- σε μετάφραση Δημήτρη Γ. Κίκιζα

Ετικέτες

ο Gustave Flaubert προς την Louise Colet

5 Ιουλ 2008

Ο Γκουστάβ Φλωμπέρ προς την Λουίζ Κολέτ

15 Aυγoύσroυ 1846

Όταν σε ξαναδώ θα σε σκεπάσω με έρωτα, με χάδια, με έκσταση.

Θέλω να σε χορτάσω με όλες τις απολαύσεις της σάρκας, έτσι, που να σου 'ρθει λιποθυμιά και να σβήσεις.

Θέλω να σε καταπλήξω και να παραδεχτείς ότι ποτέ δεν είχες καν ονειρευτεί τέτοιο παραλήρημα...

Όταν γεράσεις, θέλω να θυμάσαι αυτές τις λίγες ώρες, θέλω να ριγάς από χαρά όταν τις σκέφτεσαι.


μτφ: Ιωάννα Μοάτσου-Στρατηγοπούλου

(η πρωτότυπη εικόνα είναι από το dir.salon.com)

Ετικέτες

Γιώργος Χρονάς: Γράμμα σε ντισκ-τζόκεϋ

1 Ιουλ 2008


Δε έχω νέα από καιρό
δουλεύω μόνο να ζήσω
διαβάζω τις εφημερίδες
βλέπω τις ειδήσεις
κλεισμένες οι κουρτίνες.
Ζω πληκτικά
μόνο φύλλα δέντρων σείονται
στόν ύπνο μου
φωνές παιδιών έξω από τό Ζαΐρ
πυροβολισμοί σε αμάχους στην Ρουάντα.
Είδα την δισκοθήκη όπου ιερουργείς
μου μίλησαν για σένα στη Χαλκίδα
δίπλα στις καφετέριες είδα την μορφή σου
τους δίσκους σου τους ξέρω
στους ξέφρενους ρυθμούς σου χόρεψα
μιαν εποχή.
Έξω από το χωριό Αφίδναι
δεν φύεται παρά θάνατος
θα φύγω για να σωθώ. Είχες πει.
Να ζήσω στην σιωπή δεν δύναμαι
Συνήθισα τους εκκωφαντικούς τους ήχους.
Φεύγοντας με το τραίνο το πρωί
μου έδειξαν την ντισκοτέκ «Αυλίδα»,
φτάνει αργά τα βράδυα
συνοδευόμενη από γεωργούς, μηχανικούς
απ' τα τσιμέντα
ή Ιφιγένεια.
Ζητά στο φουλ τα αιρ κοντίσιον
τα μηχανήματα του ήχου.
Αναζητά μεθυσμένη έναν άνεμο στις βεράντες
να την πάρει για πάντα στην Ταυρίδα.


Από το βιβλίο του Γιώργου Χρονά "Κατάστημα Νεωτερισμών"
Εκδόσεις Οδός Πανός, 1997

Ετικέτες ,