|
|
29 Δεκ 2010
Ο Ντιντερό και η Σοφί Βολλάν αγαπήθηκαν επί τριάντα χρόνια κι αλληλογράφησαν πολύ τα τριάντα αυτά χρόνια, επειδή, καθώς βρίσκονταν συχνά μακριά ο ένας από τον άλλο, η αλληλογραφία υπήρξε η μόνη τους παρηγοριά. Για να μη χάνονται οι επιστολές τους, είχαν έρθει σε συνεννόηση με τον Νταμιλαβίλ, έναν έμπιστο φίλο τους, πρώτο γραφέα στο Γραφείο Φορολόγησης των Αγαθών, γεγονός που του έδινε το δικαίωμα να έχει τη σφραγίδα του ελεγκτή των Οικονομικών και του επέτρεπε να γραμματοσημαίνει τις επιστολές με πλήρη ασφάλεια. Καθώς ήταν αυτός ο αποδέκτης τους, μέσα σε διπλό φάκελο, είχε αναλάβει την υποχρέωση να τις προωθεί. Οι επιστολές του Ντιντερό ζύγιζαν συνήθως πολύ, γιατί έστελνε μαζί τους βιβλία, άρθρα, κείμενα ευτράπελα και κάποια απόρρητα έγγραφα που κυκλοφορούσαν μεταξύ των φιλοσόφων και που δεν έπρεπε να πέσουν στα χέρια της αστυνομίας. Εξ ου και όλη η έγνοια του Ντιντερό να τις αριθμεί, καθώς και όλοι εκείνοι οι υπολογισμοί στην αρχή της κάθε επιστολής: «Δεν λάβατε ακόμη παρά δύο από τις επιστολές μου; Κι όμως, εγώ βρίσκομαι στην έκτη επιστολή μου...» «Δόξα τω Θεώ, τέσσερις επιστολές μου έχουν ήδη φτάσει. Απομένουν τρεις που πρέπει ακόμη να λάβετε, χωρίς να λογαριάζουμε την παρούσα...»Όλες οι επιστολές της Σοφί έχουν χαθεί. Τον γραφικό χαρακτήρα της τον γνωρίζουμε μόνο από τις λιγοστές γραμμές της διαθήκης της. Σύμφωνα με την αρίθμηση των φύλλων, ο Ντιντερό θα πρέπει να της έγραψε πεντακόσιες πενήντα τρεις επιστολές. Τριακόσιες τριάντα έξι απ' αυτές έχουν χαθεί, μεταξύ των οποίων οι εκατόν τριάντα τέσσερις πρώτες, που καλύπτουν το ξεκίνημα του έρωτά τους, από το 1755 ως το 1758. Πρόκειται, λοιπόν, για έναν έρωτα σιωπής και αινιγμάτων, αλλά και σφαλμάτων επίσης, γιατί ο Ντιντερό δεν συγκρατεί εύκολα τις ημερομηνίες. Έτσι, στην επιστολή του της 31ης Μαΐου 1765 που προαναφέραμε, κάνει λόγο για «οκτώ ή εννέα χρόνια». Χάρη σε διάφορες διασταυρώσεις πληροφοριών, γνωρίζουμε ότι συναντήθηκαν το 1755, έξι δηλαδή ολόκληρα χρόνια νωρίτερα. Το μυστήριο βαθαίνει ακόμα περισσότερο από τη μεριά της Σοφί. Ήδη μας παραξενεύει το ότι χάθηκαν όλες οι επιστολές της. Αλλά και οι προσωπογραφίες της; Ο Ντιντερό είχε δύο στην κατοχή του. Την πρώτη την είχε κρύψει πίσω από το κάλυμμα ενός βιβλίου του Ορατίου κι έτσι μπορούσε να τη φιλάει «ξυπνώντας το πρωί και πηγαίνοντας το βράδυ για ύπνο». Καθώς βρισκόταν σε οικονομική στενότητα στα τέλη του βίου του, πούλησε τη βιβλιοθήκη του στην Αικατερίνη της Ρωσίας. Ο Oράτιος έφυγε για την Πετρούπολη μαζί με τ' άλλα βιβλία και δεν ξαναβρέθηκε ποτέ. Όσο για τη δεύτερη προσωπογραφία, το τζάμι της είχε ραγίσει, κι ο ίδιος ο Ντιντερό δεν διέκρινε τίποτα πια. «Την έχω μπροστά μου, αυτή την προσωπογραφία. Δεν μπορώ να την πλησιάσω στα χείλη μου. Μόλις και μετά βίας τη διακρίνω μέσα από τις ραγισματιές του γυαλιού. Έχετε ποτέ σας δει τη σελήνη να έχει καλυφθεί από ένα σύννεφο, και το διαχυμένο σε διάσπαρτες ακτίνες φως της να προσπαθεί να το διαλύσει; Ε λοιπόν, έτσι είναι η προσωπογραφία σας που έχω με το ραγισμένο τζάμι... Ξέρω μονάχα πως βρίσκεστε εκεί από πίσω, αλλά δεν σας βλέπω.» ... ... Jacques Tournierαπό το Εντευκτήριο - τχ.79, Οκτ. 2007 Μετάφραση: Φοίβος Πιομπίνος
Ετικέτες Περί επιστολών
23 Δεκ 2010
Παρίσι 1936 Αγαπητέ Διαμαντόπουλε Απαντώ στο γράμμα σου, στο οποίο ήδη απάντησα, για να σου εκθέσω τους λόγους που φεύγω από το Παρίσι, οι οποίοι δεν είναι μόνο προσωπικοί αλλά έχουν και κάποιο ευρύτερο ενδιαφέρον.
Εδώ στο Παρίσι κατάλαβα, όπως σου 'γραφα, τις δυνατότητές μου. Εξηγούμαι: Είμαι τύπος ζωγραφικός και καθαρά χρωματικός, η φυσική μου ανησυχία με έκανε να περιπλανηθώ σε κόσμους διαφορετικούς' αυτό δεν ξέρω αν με έβλαψε ή με ωφέλησε γενικώς, αλλά είναι γεγονός ότι δεν με άλλαξε και μένω πάντοτε ο άνθρωπος που έχει τάση να ζωγραφίζει την φύση. Ανήκω στις ιδιοσυγκρασίες τις όμοιες με τον Ματίς, ακόμα τον Ντεραίν (αν αφαιρέσεις το χρώμα), τον Σεζάν κ.τ.λ. Μη με παρεξηγήσεις μ' αυτές τις τολμηρές συγκρίσεις, μιλούμε για ιδιοσυγκρασίες, όχι για αξίες. Το χαρακτηριστικό αυτών των ιδιοσυγκρασιών είναι ο υλισμός και έλλειψις ονειροπολήσεως και ζωηρής φαντασίας. Είναι τύποι αισθησιακοί έχοντας το χάρισμα της πνευματικότητος και με τις δύο σημασίες της λέξεως, δηλαδή διανοούμενοι και αισθησιακοί. Θέλουν να εξηγήσουν λογικά το φαινόμενο, αντίθετα με τον Ντα Βίντσι ο οποίος ήθελε να θέσει τη λογική υπό τάς διαταγάς του ενστίκτου. Οι τέτοιοι τύποι σχεδόν δεν βλέπουν όνειρα ή σπανίως, δεν έχουν πλούσιο υποσυνείδητο (όπως ο Ντα Βίντσι) και τείνουν μάλλον προς την μέθην που πραγματοποιείται στο ξύπνιο παρά στην ανασύνθεση της ζωής όπως γίνεται στο όνειρο διατηρώντας τη ματιέρα της πραγματικότητας. Το ολίγον υποσυνείδητο που έχω (το μεγαλύτερο μέρος υποσυνειδήτου έχει γίνει αισθητική και μουσική σε μένα) δεν διαφέρει διόλου από το υποσυνείδητο των άλλων ανθρώπων, άρα φυσικό είναι να καταλαβαίνω τον σουρεαλισμό και τον Νταλί (τον τύπο του τελείου Γότθου). Τα όνειρά μου είναι ανύπαρκτα ώστε να με σαστίσουν και να εγκαταλείφω κάθε αισθητική προϋπόθεση. Η αγάπη της μουσικής, του ρυθμού και της αισθησιακής απολαύσεως είναι η φυσιολογική αμοιβή που μου υποδεικνύει η ίδια η φύσις προς εξόφλησιν τόσων ημερομισθίων συνειδητής αγωνίας και προσπαθείας, την οποία καθόλου δεν διασκέδασαν όνειρα, έστω και τρομερά.
[....] Αν γυρίζω στην Ελλάδα, αυτό το κάνω πρώτον γιατί μια ενστικτώδης ανάγκη με σπρώχνει εκεί που μπορώ να πραγματοποιήσω πιο καλά τα ιδεώδη μου. Μιμητική φύσις, επηρεάζομαι πάντοτε από το περιβάλλον μου και το αισθητικό περιβάλλον (σπίτια, τοπία, χρώματα). Είναι απείρως πιο φίνα στην Αθήνα, ή τουλάχιστον πιο βοηθητικά για μένα. Κάνω πολλή εγκεφαλική εργασία όταν ζωγραφίζω, όταν βλέπω τα αντικείμενα θέλω να αναπαύομαι και να τα περιπτύσσομαι ανεπιφυλάκτως. Εδώ χρειάζεται μια αντίδρασις που με απασχολεί. Ένας άλλος λόγος που γυρίζω είναι η δυσκολία της ζωής εδώ, τα πάντα είναι ένα πρόβλημα. Τώρα που εργάζομαι θέλω μια σχετική άνεση, που μου λείπει εντελώς. Ο περιηγητής προβάλλει τις δυσκολίες, όχι όμως και ο εργαζόμενος. Φυσικά όλα αυτά θα παραβλέποντο καίτοι είναι αρκετά βασικά, αν είχα γνωρίσει εδώ κόσμο που να με ανυψώνει πνευματικώς. Αυτό όμως δεν συνέβη. Τι να πω με τον Λωράνς ή με τους μαθητάς της ακαδημίας του Ετέρ (η σχολή χαρακτικής). Όταν οι άνθρωποι στην Ευρώπη σκέπτονται σαν και σένα και σαν και μένα, ονομάζονται προσωπικότητες και γράφουν βιβλία. Τέλος αυτοί οι άνθρωποι είναι καχύποπτοι, και δικαίως, και δεν ξανοίγονται εύκολα σ' έναν άγνωστο έλληνα. Για το Παρίσι, και δικαίως, κάθε έλλην είναι ένας τυχοδιώκτης. Εχτές ακόμα μου 'λεγε ένας συγγραφέας γνωστός: «Πώς δεν σας γνώρισα στο Ατελιέ όπου γνώρισα τον κύριο Τόμπρο, τον Γουναρόπουλο;». Τον γνώρισα εντελώς κατά τύχην, είναι αυτός που έχει γράψει τα λίγα λόγια για τον Klee στο «Τρίτο Μάτι»: Roger Vitrac. Εύθυμος τύπος ροδαλού γάλλου, ολίγον χοντρού. Συντελεί σ' αυτό και ο υπερήφανος χαρακτήρ που δεν εκλιπαρεί σχέσεις. Ενόσω εγώ δεν είμαι εντάξει με τον εαυτό μου, μου φαίνεται μάταιο να παριστάνω τον σπουδαίο στους άλλους, καίτοι μπορώ να μιμούμαι και τον σπουδαίο. Το Παρίσι δεν είναι για τους εσωτερικούς ανθρώπους ούτε για τους βαθείς, αλλά είναι το προτιμότερο ίσως. Στη Γερμανία οι άνθρωποι φαντάζομαι πως είναι πιο σοβαροί και πιο προσεκτικοί, αλλά και βαρβαρότεροι. Στο Παρίσι θα υποφέρεις όταν έρθεις χωρίς καταπληκτικό έργο και κυρίως χωρίς τεραστία διαφήμιση. Οι άνθρωποι είναι πολύ λεπτοί, πολύ κοινωνικοί, πολύ μετρημένοι, ακόμα περιποιητικοί, αγαθοί, εύθυμοι, αλλά δεν τους ενδιαφέρει η έξομολόγησις ούτε των άλλων ούτε του εαυτού τους. Η εξομολόγησις είναι στοιχείο ρωσικό, ελληνικό και γερμανικό. Τέλος, επειδή δεν με συνέδεσαν ούτε συμπάθειες ούτε συμφέροντα με το Παρίσι, αλλά απλώς τα μουσεία και οι εκθέσεις, αυτομάτως θέλω να φύγω, μόλις έφθασα στο σημείο που θέλω να θέσω σε εφαρμογή τα διδάγματά τους. Ασφαλώς θα μπορούσα να συνδεθώ με ανθρώπους σοβαρούς, αλλά τότε θα έπρεπε να κάνω υπόθεσή μου το να γνωρίσω τους ανθρώπους. Όπως ξέρεις όμως στο Παρίσι ήρθα για να τοποθετήσω κάπως τα προβλήματά μου. Ο στενός φίλος σε βοηθεί στα ζητήματά σου, αλλά οι γνωριμίες είναι κάτι που το συντηρείς εσύ με πνευματικά έξοδα δικά σου. Δεν μου περισσεύουν δυνάμεις για τέτοια έξοδα. Τελειώνω λοιπόν τις αιτίες της αναχωρήσεώς μου. Πιστεύω να μη με απασχολήσει πολύ το στρατιωτικό και να μπορέσω να εργαστώ σε δυο μήνες αποσπασμένος σε γραφεία. Πιθανόν να αναχωρήσω τέλος Σεπτεμβρίου. ... ... Γιάννης ΤσαρούχηςΑπό την λέξη - τχ.111, Σεπτ. '92- η πρωτότυπη φωτογραφία του Γιάννη Τσαρούχη είναι από τον Πανδέκτη, και η αυτοπροσωπογραφία του Διαμαντή Διαμαντόπουλου από το eikastikon.gr
Link: ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος, στο eikastikonΕτικέτες ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ 4
17 Δεκ 2010
H φωνή σου πονεμένη έρχεται από τις Άνδεις, Ίμα Σουμάχ! Με πέντε οκτάβες φωτίζεται ο ορίζοντάς μας: Στο νεραντζί, στο κίτρινο, στο πράσινο, στο γαλάζιο, στο άσπρο. Κάθε πρωί. Ανοίγοντας τα παράθυρα αντίκρυ στις Άνδεις, Κάθε πρωί. «Του Ήλιου που Ανατέλλει το Τραγούδι», λες. Άσπρισαν όλου του κόσμου τα βουνά. Στον ξύπνιο τους, πριν απ' του Ορφέα τον καιρό. Ύστερα βγήκε ο ήλιος με πέντε οκτάβες: Στο κίτρινο, στο γαλάζιο, στο νεραντζί, στο άσπρο, στο πράσινο Έτσι δεν είναι Ίμα Σουμάχ; «Το Τραγούδι του Ήλιου που Βασιλεύει» Καθισμένος σε πολιτεία παραθαλάσσια. Λέω κάθε βράδυ το τραγούδι αυτό. Στα καθάρια τούτα νερά αντηχεί το τραγούδι μου: Μενεξελί, κατάμαυρο. Ίμα Σουμάχ, μια χάρη σου ζητώ: Κλείσε τα τζάμια αντίκρυ στις Άνδεις. Να χαρείς, πες ένα βράδυ και το δικό μου τραγούδι! Να τ' ακούσει ο Ποσειδώνας του παλιού καιρού. Να φλογίσουν με πέντε οκτάβες όλα του κόσμου τα νερά: Στο κίτρινο, στο νεραντζί, στο κόκκινο, στο μενεξελί, στο μαύρο. Εντάξει Ίμα Σουμάχ; Zeki Ömer DefneΤο ποίημα "Γράμμα στην Ίμα Σουμάχ" είναι από την Ανθολογία Τουρκικής Προοδευτικής Ποίησης εκδ. αλφειός, 1981 Μετάφραση: Έρμος Αργαίος
(φωτογραφία: allstarpics.net)Link: - ο Ζεκί Ομέρ Ντεφνέ, στα λογοτεχνικά ταξίδια στον κόσμοΕτικέτες ΠΟΙΗΜΑΤΑ 4
11 Δεκ 2010
6Aneri Writing a Letter6(από artyzm.com)Ετικέτες ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ 4
5 Δεκ 2010
Ένα γράμμα σε στίχους, η ψυχή κάποιου κόσμου που τριγύρω μου ανθούσε και που ανάβρυζε εντός μου, στο σοννέτο χυμένη, θεία φλόγα του βάθους λαχταρεί κι' όλο τρέμει σαν τρελλή φωτιά πάθους. Σ' αρμονίες, σε ρίμες, με φτερά προς τ' αστέρια, σ' αγκαλιάσματα πόθου με μια σκέψη δυο χέρια, κι' απ' τ' απείρου τα θάμπη, του πελάγου τα μάκρη σαν χαμόγελο κάτι, πόνου αόριστου δάκρυ. Κι' ω φωνές σαν τραγούδια, που πνιγμένα στο κύμα σε ναυάγια κι' αβύσσους κρυφό ανοίγετε μνήμα. Στης Αγάπης το βράχο μες το φως γυμνό πλάσμα να τ' ακούσω ήλθα πάλι των ασμάτων σου τ' άσμα! Κάποιο δείλι ένα γράμμα, ένα γράμμα σε στίχους, ο παιάνας που αντήχει με τους ίδιους τους ήχους, πίσω εκεί ν' αντιλάλει μια ψυχή κάποιου κόσμου μ' ό,τι γύρω μου ανθούσε, μ' ό,τι ανάβλυζε εντός μου!.. Από την Νέα Εστία, τχ. 244 Φεβρ. 1937
Η φωτογραφία της ποιήτριας είναι από τον Πανδέκτη (pandektis.ekt.gr/pandektis/)
Ετικέτες ΠΟΙΗΜΑΤΑ 4
|
|