Ρηνιώ Ράκκα: Γράμμα
Μάνα μου.
Σ' αποθύμησα.
Φόραγα για φυλαχτό μου το χαμόγελό σου,
μα μου φαίνεται πως ξέχασες τι μου 'ταξες σαν έφευγα.
Άφησες και πικράθηκε το χείλι σου;
Κουράγιο μωρέ μάνα,
να, θέλω να σου πω, για το ζερβί μου χέρι
έπρεπε, αλλιώς θα πέθαινα, σάματις να,
γι' αυτό μου το κόψαν από τον αγκώνα και κάτω.
Τώρα πια είμαι καλά. Εδώ άλλος ντουνιάς.
Ο καπετάνιος αψηλός, σαν ντελεσκόπιο,
αλλήθωρος, αλλά καλός άνθρωπος, μας βλογάει
κάθε Κυριακή,
και ξοδεύει αβέρτα για τα προικιά της Όρσας.
Σου στέλνω λίγους παράδες.
Σαν πιάσουμε λιμάνι στην Αμβέρσα
θα σου αγοράσω μια άσπρη μαντίλα.
Μπορεί το Μάη στη γιορτή σου να 'μαι κάτω.
Έτσι μαθές για να μην αβγατίζουνε τα βάσανα
μες στο κεφάλι σου.
Σκέψου μάνα, θα γίνω δεκαέξι χρονώ!
θα ξεμπαρκάρω για λίγο, ν' ανταμώσουμε.
Χαιρετίσματα στις αδελφάδες μου, στη Μαρίτσα
και σε όλους τους μες στην Κούλουρη
Πολλά φιλιά
Ο Παναγής σου
Από την Ανθολογία Νέων Σαλαμινίων Ποιητών
εκδ. Στοχαστής, 1999
Ετικέτες ΠΟΙΗΜΑΤΑ 5