<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d88644137678078798\x26blogName\x3d%CE%B3%CF%81%CE%AC%CE%BC%CE%BC%CE%B1+%CF%83%CE%B5+%CF%87%CE%B1%CF%81%CF%84%CE%AF\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dBLUE\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://allilografia.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttps://allilografia.blogspot.com/\x26vt\x3d-4543012661489340193', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe" }); } }); </script>

γράμμα σε χαρτί

"Στην τσέπη του παλτού σου παλιό σουσάμι, φλούδα φυστικιών και το τσαλακωμένο γράμμα μου." - Γιάννης Βαρβέρης
 

Κάθρην Μάνσφηλντ: Το μάθημα μουσικής

27 Σεπ 2011

Image and video hosting by TinyPic
...χωρίς να κοιτάζει κανέναν, το βλέμμα της διέτρεξε εκείνη τη θάλασσα από χρωματιστές φανελένιες μπλούζες, τα ροδαλά πρόσωπα και τα χέρια που κουνιόνταν πάνω κάτω σπασμωδικά, τις σεινάμενες, σαν πεταλούδες, κορδέλες των μαλλιών και τ' ανοιχτά βιβλία της μουσικής. Ήξερε ακριβώς τι σκέφτονταν. «Η Μήντυ είναι έξαλλη». Ασ' τες να το σκέφτονται! Τα ματόφυλλά της τρεμούλιασαν' έριξε πίσω το κεφάλι προκαλώντας τες. Τι σημασία μπορούσε να 'χει το τι σκέφτονταν τούτα τα πλάσματα για κάποιον που στεκόταν εκεί αιμορραγώντας μέχρι θανάτου, με την καρδιά ξεσχισμένη, ξεσχισμένη, από 'να τέτοιο γράμμα...

...«Αισθάνομαι όλο και περισσότερο ότι ο γάμος μας θα ήταν λάθος. Όχι πως δε σ' αγαπώ. Σ' αγαπώ όσο μου 'ναι δυνατό ν' αγαπήσω μια γυναίκα, αλλά για να πω την αλήθεια, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι δεν είμαι από τους άντρες που παντρεύονται, και η ιδέα της αποκατάστασης δε με γεμίζει παρά με...» και η λέξη «αηδία» είχε σβηστεί ελαφρά κι από πάνω της είχε γραφτεί «θλίψη».

Μπάζιλ! Η μις Μήντοους πλησίασε αγέρωχα το πιάνο. Η Μαίρη Μπήζλεϋ, που περίμενε τούτη τη στιγμή, έσκυψε μπροστά' οι μπούκλες της έπεσαν πάνω στα μάγουλά της, ενώ μουρμούριζε «Καλημέρα, μις Μήντοους» κι έτεινε μάλλον παρά που 'δωσε στη δασκάλα της ένα όμορφο κίτρινο χρυσάνθεμο. Αυτή η μικρή τελετουργία με το λουλούδι γινόταν πολύν καιρό τώρα, ολόκληρη τη σχολική περίοδο σχεδόν. Αποτελούσε πια τόσο πολύ μέρος του μαθήματος όσο και το άνοιγμα του πιάνου. Τούτο το πρωινό όμως, αντί να το πάρει, αντί να το στερεώσει στη ζώνη της καθώς έσκυβε πάνω απ' τη Μαίρη κι έλεγε «Ευχαριστώ, Μαίρη. Τι όμορφο! Γύρνα στη σελίδα τριάντα δύο», η Μαίρη είδε έντρομη τη μις Μήντοους ν' αγνοεί τελείως το χρυσάνθεμο, να μην απαντάει στο χαιρετισμό της, αλλά να λέει παγωμένα. «Στη σελίδα δεκατέσσερα, σε παρακαλώ, και πρόσεχε καλά τους χρόνους».

Φοβερή στιγμή! Η Μαίρη κοκκίνισε μέχρι που ανέβηκαν στα μάτια της δάκρυα, αλλά η μις Μήντοους είχε ξαναγυρίσει στο αναλόγιο της μουσικής' η φωνή της ακούστηκε ηχηρή σ' όλη την αίθουσα. «Σελίδα δεκατέσσερα, θ' αρχίσουμε με τη σελίδα δεκατέσσερα. Με το «Θρήνο». Τώρα πια, κορίτσια, πρέπει να το ξέρετε, θα το αρχίσουμε όλες μαζί' όχι τμηματικά, αλλά όλες μαζί. Και χωρίς έκφραση. Τραγουδήστε το όμως πολύ απλά, κρατώντας το χρόνο με τ' αριστερό χέρι».

Σήκωσε την μπαγκέτα και χτύπησε το αναλόγιο δυο φορές. Τώρα μπήκε η Μαίρη με τις πρώτες συγχορδίες' όλα εκείνα τ' αριστερά χέρια κατέβηκαν χτυπώντας τον αέρα, κι αντήχησαν όλες εκείνες οι νεανικές, πένθιμες φωνές:

Τι σύντομα μαραίνονται τα ρόδα της χαράς
τι σύντομα ο χειμώνας ξεπροβαίνει
τι γρήγορα οι νότες της χαράς
σβήνουν στ' αυτί που μόνο τις προσμένει.

Ω, Θε μου, τι θα μπορούσε να 'ναι πιο τραγικό απ' αυτόν το θρήνο! Κάθε νότα και στεναγμός, λυγμός, βογκητό απέραντης θλίψης. Η μις Μήντοους σήκωσε τα χέρια της μέσ' στο φαρδύ φόρεμα κι άρχισε να διευθύνει και με τα δυο. « ...Αισθάνομαι όλο και πιο έντονα ότι ο γάμος μας θα ήταν λάθος...» Χτύπησε το χρόνο και οι φωνές θρήνησαν: Τι γρήγορα. Τι τον έπιασε να γράψει τέτοιο γράμμα! Τι μπορούσε να φταίει γι' αυτό! Ήρθε τόσο ξαφνικά. Το τελευταίο του γράμμα ήταν όλο για μια βιβλιοθήκη από βελανιδιά που είχε αγοράσει για τα βιβλία «μας», κι ένα «μικρό, κομψό έπιπλο εισόδου» που είχε δει, «ένα πολύ περιποιημένο πραματάκι με μια σκαλιστή κουκουβάγια πάνω σ' ένα υποστήριγμα, που κρατούσε στα νύχια της τρεις βούρτσες για καπέλα». Πόσο είχε γελάσει μ' αυτό! Μόνο ένας άντρας μπορούσε να σκεφτεί πως χρειάζονταν τρεις βούρτσες για καπέλα! Σβήνουν στ' αυτί, τραγούδησαν οι φωνές.

[....] Ξαφνικά άνοιξε η πόρτα. Ένα κοριτσάκι ντυμένο στα μπλε διέσχισε το διάδρομο με θόρυβο, με κρεμασμένο το κεφάλι, δαγκώνοντας τα χείλια και παίζοντας το ασημένιο βραχιόλι στο μικρό, κοκκινισμένο καρπό. Ανέβηκε τα σκαλιά και στάθηκε μπροστά στη μις Μήντοους. «Τι συμβαίνει, Μόνικα;»
«Αν έχετε την καλοσύνη, μις Μήντοους», είπε το κοριτσάκι με κομμένη την ανάσα «η μις Ουάιατ θέλει να σας δει στην αίθουσα των καθηγητών».
«Πολύ καλά», είπε η μις Μήντοους και φώναξε στα κορίτσια. «Έχω το λόγο σας ότι θα μιλάτε χαμηλόφωνα όσο θα λείπω». Αυτά όμως ήταν πολύ εξουθενωμένα για να κάνουν οτιδήποτε άλλο. Τα περισσότερα φύσαγαν τη μύτη τους.

Οι διάδρομοι ήταν παγωμένοι και σιωπηλοί κι αντηχούσαν στα βήματα της μις Μήντοους. Η διευθύντρια καθόταν μπροστά στο γραφείο της. Για μια στιγμή έμεινε με το κεφάλι κατεβασμένο. Ως συνήθως ξεμπέρδευε τα γυαλιά της, που είχαν μαγκώσει στο δαντελένιο της γιακά. «Καθίστε, μις Μήντοους» της είπε πολύ καλοσυνάτα. Κι ύστερα σήκωσε απ' το σουμέν ένα ροζ φάκελο.
«Έστειλα να σας φωνάξουν γιατί είχατε αυτό το τηλεγράφημα».
«Τηλεγράφημα για μένα, μις Ουάιατ;»

Ο Μπάζιλ! Είχε αυτοκτονήσει, συμπέρανε η μις Μήντοους. Το χέρι της τινάχτηκε να το πάρει, αλλά η μις Ουάιατ το κράτησε για μια στιγμή. «Ελπίζω να μην είναι άσχημα νέα» είπε με καλοσύνη. Η μις Μήντοους το άνοιξε σκίζοντας το φάκελο.

«Αγνόησε γράμμα πρέπει ήμουν τρελός αγόρασα καλόγερο σήμερα. Μπάζιλ». Διάβασε και δεν μπορούσε ν' αποτραβήξει τα μάτια της απ' το τηλεγράφημα.

«Ελπίζω πως δεν είναι τίποτα σοβαρό» έκανε η μις Ουάιατ σκύβοντας μπροστά.
«Α, όχι, ευχαριστώ, μις Ουάιατ» είπε κοκκινίζοντας η μις Μήντοους. «Δεν είναι τίποτα άσχημο. Είναι -της ξέφυγε σαν δικαιολογία ένα γελάκι- «είναι από τον αρραβωνιαστικό μου που λέει ότι... λέει ότι...». Ακολούθησε σιωπή, «Κατάλαβα» έκανε η μις Ουάιατ. Κι άλλη σιωπή. Ύστερα. «Έχετε ακόμη δεκαπέντε λεπτά απ' την τάξη σας, έτσι δεν είναι, μις Μήντοους;»
«Μάλιστα, μις Ουάιατ». Η μις Μήντοους σηκώθηκε και σχεδόν έτρεξε προς την πόρτα.
«Α, μια στιγμή, μις Μήντοους», είπε η μις Ουάιατ. «Πρέπει να σας πω ότι δε μ' αρέσει να παίρνουν οι καθηγητές μου τηλεγραφήματα τις ώρες του σχολείου, εκτός κι αν πρόκειται για πολύ άσχημα νέα, όπως ένας θάνατος», εξήγησε η μις Ουαιατ, «ή κάποιο πολύ σοβαρό δυστύχημα ή κάτι παρόμοιο. Τα καλά νέα, μις Μήντοους, μπορούν πάντα να περιμένουν, ξέρετε».

Πετώντας από ελπίδα, αγάπη, χαρά, η μις Μήντοους έφτασε βιαστικά στην αίθουσα της μουσικής, διέσχισε το διάδρομο, ανέβηκε τα σκαλιά, και πλησίασε το πιάνο.
«Στη σελίδα τριάντα δύο, Μαίρη» έκανε, «σελίδα τριάντα δύο» και παίρνοντας το κίτρινο χρυσάνθεμο, το κράτησε μπροστά στα χείλη της για να κρύψει το χαμόγελό της. Μετά στράφηκε στα κορίτσια, χτυπώντας την μπαγκέτα της: «Σελίδα τριάντα δύο, κορίτσια, σελίδα τριάντα δύο».
... ... ...

Katherine Mansfield
Μετάφραση: Μίνα Δαλαμάγκα


από την Νεότερη ευρωπαϊκή λογοτεχνία
Ανθολόγιο μεταφράσεων Β' ενιαίου λυκείου (επιλογής) , του
Οργανισμού Εκδόσεως Διδακτικών Βιλίων


(πρωτ. φωτογραφία: mp.natlib.govt.nz)

Ετικέτες

ο Πωλ Ελυάρ προς την Γκαλά

20 Σεπ 2011


Paul Éluard to Gala

Image and video hosting by TinyPic
[Νίκαια, Ιούνιος 1929]
Σάββατο

Τελικά, ίσως είναι καλύτερα που δεν έλαβες εκείνο το γράμμα. Ήταν πολύ θλιβερό μ' όλα όσα μπορεί να σημαίνει αυτή η λέξη.

Όμως απόψε, που έχω την εντύπωση ότι ζω, είμαι χαρούμενος, πολύ χαρούμενος, Γκαλά μου, ΜΟΝΑΔΙΚΗ, που δεν σ' έκανα να πονέσεις. Και ανασαίνω ελεύθερα. Μόνο όταν είμαι πολύ δυστυχισμένος, και τη νύχτα της Τετάρτης ήμουν στ' αλήθεια πολύ δυστυχισμένος, δεν θα ήθελα να σε ξαναδώ πια.

Όταν όμως, σαν σήμερα, έχω τρία ραντεβού, μεγάλη επιτυχία, καινούργια βιβλία, όταν η ζωή ξαναρχίζει, τότε δεν θέλω να φανώ άδικος μαζί σου και η σκέψη σου, η ύπαρξή σου παίρνουν μέσα μου τη θέση αυτής της ζωής και ονειρεύομαι πως είμαι περισσότερο μαζί σου παρά με τον ΚΟΣΜΟ. Το ποίημα δεν σου το στέλνω γιατί θα υποβίβαζε το γράμμα μου στα μάτια σου, αυτό το μακρύ ποίημα θα σου εξηγούσε πόσο δυστυχισμένος ήμουνα.

Και ήταν όλα εναντίον μου. Δεν θέλω να σου πω τίποτα γιατί τώρα πέρασε πια, το ξεπέρασα τελείως, είχα όμως τρομοκρατηθεί από τρομερά πράγματα, χειρότερα από το θάνατο. Ο έρωτας δεν υπήρχε πια.

Και αυτό έμοιαζε με τιμωρία. Είναι μια φρικτή χριστιανική αντίληψη, αποθαρρυντική, τελείως ανυπόφορη. Και μου είχες γράψει λιγάκι αδέξια (το μυαλό μου είχε θολώσει πια).

Καλή μου, όλα τελείωσαν. Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, είσαι αληθινή και όμορφη. Ο ΕΡΩΤΑΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΩ ΑΠ' ΟΛΑ. ΜΕ ΤΗ ΓΚΑΛΑ ΜΟΥ, ολοδική μου σ' έναν κόσμο ολοδικό μου.

Πες στον Γκαγιάρ ότι μου είναι συμπαθής. έλαβες το γράμμα με τα κλειδιά;

Paul Eluard
Aπόδοση: Χρήστος Σαλταπήδας



από Το Δέντρο, τχ. 52
Απρίλιος 1990


(πρωτότυπη εικόνα: geocities.ws)

Ετικέτες

Μανουέλ Ναβάρρο Λούνα: Γράμμα μιας κουβανέζας μάνας σε μια μάνα αμερικάνα

13 Σεπ 2011

Image and video hosting by TinyPic
Γαλανομάτα μάνα μητέρα Αμερικάνα
εμένα τα παιδιά μου την ησυχία θέλουν
την όμορφη ειρήνη μάθανε ν' αγαπάνε
δουλεύουν, τραγουδάνε και παίζουνε κιθάρα
στης φοινικιάς τον ίσκιο τον πράσινο στρωμένοι.
Ο Ρόμπερτ σου, το νέο πυρόξανθο λουλούδι,
πόσο μα πόσο θα 'ταν ευτυχισμένος, σκέψου,
αν μπόραγε να παίξει μπέηζ μπωλ με το Χουάν μου
το γιο μου τον τσαχπίνη και τον κατσαρομάλλη!
Όχι αποβάσεις πια κι έμποροι καυγατζήδες
που το λαό σας κυβερνούν, κι όταν το θεν προστάζουν
ο Ρόμπερτ σου φονιάς να γίνει του Χουάν μου
κάτω απ' τον ουρανό μας, στη γη την πατρική μας.
Ο Χουάν μου είν' ευγενικός, σιχαίνεται το αίμα
ειρήνη θέλει και δουλειά, να ζήσει, να προκόψει.
Όμως, σαν τη σημαία του έρχονται να προσβάλλουν,
σαν λεοντάρι τότε ορμά απ' τον αψύ θυμό του
καί τ' άσπρο περιστέρι μας μάχεται σα θηρίο.
Σαν μάνα προς μητέρα, εγώ σου λέω τώρα:
συμβούλεψε το γιο σου στη γη μας να μην έρθει'
σαν φίλος, σαν αδέρφι και σαν ξενητεμένος
να 'ρθεί και να κοπιάσει όποτ' επιθυμήσει
στο ίδιο το τραπέζι θα φάει κι αυτός μαζύ μας.
Μα όχι αρματωμένος να 'ρθεί σαν πειρατής.
Οι πειρατές που αγγίζουν ετούτο το Νησί
μένουνε στις ακτές του, και όχι ζωντανοί.
Τότε θα πάψεις να 'σαι σαν τώρα φαντασμένη
και δάκρυα θα χύνεις από ντροπή, καϋμένη.
Καλύτερα, ωστόσο, δεν είναι, μόδερ Μαίρσι
κι ο Ρόμπερτ κι ο Χουάν μου να ζουν ευτυχισμένοι
καθένας τους στη γη του που 'δε το φως της μέρας,
και μόνο τις σπουδές τους, τις τέχνες να φροντίζουν
κι ακόμα την αγάπη με τα γλυκά κορίτσια;
Άκουσε, εγώ σου δίνω υπόσχεση ιερή
ποτέ του να μη γίνει ο γιος μου επιδρομέας,
τι από μικρός μαθαίνει να σέβεται τους άλλους,
των άλλων τις πατρίδες, όσο μικρές κι αν είναι.
Όμως, σε σας, το Ρόμπερτ αλλιώς τόνε μαθαίνουν...
Κι αν έρθει εδώ ζωσμένος άρματα και πιστόλια
και ρίξει πρώτος βόλι, ω τότε, μόδερ Μαίρυ,
χρέος του Χουάν μου θα 'ναι ν' αντιπυροβολήσει.

Μάνα γαλανομάτα, μητέρα Αμερικάνα,
για τη ζωή του Ρόμπερτ σου με τα χρυσά μαλλιά
και τη ζωή του νέγρου μου Χουάν του σγουρομάλλη
ας τραγουδήσαμε κι οι δυο τραγούδι μητρικό
για την ειρήνη που κι αυτή γυναίκα είναι και μάνα.
Κι ας μη τ' ακούσουν οι έμποροι που θεν τις ταραχές
κι ο νους τους είν' στο χρήμα και όχι στα παιδιά μας
και στέλνουνε το Ρόμπερτ, το νέο σου λουλούδι
το γιο μου να σκοτώσει κι αυτός να σκοτωθεί
κάτω απ' τίς μεγάλες πράσινες φοινικιές μας.

Σαν μάνα προς μητέρα, εγώ σε ειδοποιώ:
συμβούλεψε το γιο σου στην Κούβα να μην έρθει.

Manuel Navarro Luna
Μετάφραση: Ρίτα Μπούμη Παπά



από την παγκόσμια ανθολογία νέγρικης ποίησης
Εκδόσεις: Τύμφη, 1973


(πρωτότυπη φωτογραφία του Μανουέλ Ναβάρρο Λούνα: ecured.cu)

Ετικέτες

Πινακοθήκη ~ Petrus Van Schendel (1806-1870)

6 Σεπ 2011



6The Letter6

Ετικέτες