<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d88644137678078798\x26blogName\x3d%CE%B3%CF%81%CE%AC%CE%BC%CE%BC%CE%B1+%CF%83%CE%B5+%CF%87%CE%B1%CF%81%CF%84%CE%AF\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dBLUE\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://allilografia.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://allilografia.blogspot.com/\x26vt\x3d-4503636247666117187', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe" }); } }); </script>

γράμμα σε χαρτί

"Στην τσέπη του παλτού σου παλιό σουσάμι, φλούδα φυστικιών και το τσαλακωμένο γράμμα μου." - Γιάννης Βαρβέρης
 

Τούα Φόρστρεμ: [γράψε ένα γράμμα]

30 Μαΐ 2009


Γράψε ένα γράμμα
για την αγάπη. Όχι για τις βουλευτικές εκλογές,
για την κριτική λογοτεχνίας, για τα ασφαλιστικά
ταμεία, γράψε για την αγάπη.
Για την έλλειψη αγάπης γράψε
γράμμα, ξέχνα το όνομά σου
Ξέχνα το έγκλημα, τις πληγές, ξέχνα
τα άδεια χρόνια στο παλάτι της βασίλισσας του χιονιού!
Όλη μου τη ζωή ήμουν διακριτική,
αόρατη. Η ομίχλη και η παγωμένη βροχή
δυσκόλευαν την κυκλοφορία όταν γύριζα σπίτι. Αλλά
η πτήση έγινε κανονικά. Δεν θυμήθηκα
ν' αλλάξω λεφτά και ν' αγοράσω κρασί. Εσύ
τι κάνεις; Εγώ έχω συνάχι, αλλά
περνάει.


Από την ανθολογία Δώδεκα Φινλανδοί Ποιητές
εκδ. Έψιλον, 2002
Απόδοση: Mαρία Μαρτζούκου

Ετικέτες

Επιστολή του Μιχάλη Κατσαρού προς ΤΑ ΝΕΑ: Φταίνε οι 12 που δεν έδωσαν στους νέους "πιστεύω"

26 Μαΐ 2009


Απρίλιος 1959
Αγαπητά Νέα,

H διαμάχη για το βραβείο Χατζηπατέρα που, από τις συζητήσεις των λογοτεχνικών κύκλων, πέρασε στην δημοσιότητα είναι πραγματικά η πρώτη μαχητική εμφάνιση μιας ομάδας ποιητών που διεκδικεί την διαδοχή από τους παλαιούς λογοτέχνας. Οι παληοί μας λογοτέχνες, που αποτελούν την επιτροπή του βραβείου ανήκουν οι περισσότεροι στη γεννιά του 1930 που μας έδωσε ουσιαστικά μαζί με άλλους την υπάρχουσα λογοτεχνία στον τόπο μας. Οι παληοί κρίνουν την νέα ποίηση και ισχυρίζονται ότι βρίσκονται σε δυσκολία να βραβεύσουν ένα βιβλίο γιατί δεν υπάρχει κανένα άξιο λόγου. Μπορεί να τολμήση κανείς μια παραδοχή αυτής της απόψεως: Η Επιτροπή παραδόξως ωμίλησε με αυτή την διαμαρτυρία για πρώτη φορά για την νέα ποίηση. Πολλές φορές από ανθρώπους που δεν περιμένει κανείς δέχεται μια μόνη τους πράξη και την καταλογίζει υπέρ αυτών και ας διαφωνεί με την εν γένει στάση που δείχνουν για τα Ελληνικά Γράμματα. Πράγματι, η άποψη των κριτικών και λογοτεχνών της παληάς γενιάς είναι σωστή όταν ισxυρίζωνται ότι η νέα ποίηση δεν έδωσε τον άξιό της; Η γνώμη αυτή είναι γενική και έχει γραφτή στη σημειωματογραφία που είναι η κατ' εξοχήν εργασία αξιολογήσεως των νέων που γράφουν. Όλοι σημειώνουν και ελπίζουν ότι από την πλειάδα των μεταπολεμικών ποιητών θα εμφανιστούν όπως δήποτε δυο-τρεις προσωπικές φωνές που θα ανανεώσουν την ποίησή μας. Περιμένουν τώρα 25 xρόνια για να xειροκροτήσουν τον νέο Έλληνα ποιητή που θα λαμπρύνη τον ορίζοντα της ελληνικής ποίησης όπως ένας Σεφέρης, ένας Ελύτης ή Παπατσώνης που μέσα σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα κάλυψαν και ακόμα καλύπτουν το χώρο με την προσωπικότητά τους. Προσπαθούν να βρουν έναν νέο ποιητή που δεν θα είναι η μίμησή τους αλλά ως βόμβα θα ανοίξη «τις πύλες του σύγxρονου λυρισμού». Σ' αυτό οι παληοί και νέοι αναγνώστες της ελληνικής ποίησης έχουν δίκηο. Κανένας δεν ξεσήκωσε τον θαυμασμό ούτε τον θρίαμβο ενός Ρίτσου στη πρώτη εμφάνισή του «να παραμερίσουμε να περάσης» ή ενός Καρυωτάκη ή της Πολυδούρη έστω και εκ των υστέρων. Κανένας από τους νέους ποιητές που τώρα πια δεν είναι νέοι σε ηλικία δεν έδωσε έργο που να τύχη τέτοιας υποδοxής. Αν κάποτε κριτικοί που διαθέταμε έγραψαν για νεώτερα βιβλία φράσεις όπως «άστρον λαμπρόν» ή άρθρα με επαίνους ή μετέπειτα σιωπή τους και στάση τους δείχνουν ή σφάλμα τους ή «την στάθμευση» όπως τώρα ισχυρίζονται. Όταν όμως μιλάη κανείς για στάθμευση δεν έχει δίκηο στην έκφρασή του αλλά μπορεί άνετα να μιλήση για απουσία νεώτερης ποίησης γιατί είναι η συνέxεια της παλαιάς ή πιο σωστά για απουσία ενός νέου ποιητή που σαν εκπρόσωπος μιας δικιάς του τάσης θα δώση κατεύθυνση στη νεώτερη ποίηση.

Υπάρχουν άξιοι εργάτες της τέχνης μας χωρίς να έχουν τον «πρωτομάστορα» όπως στάθηκε ο Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος και άλλοι που έδωσαν τους νεώτερους κλάδους της ποίησης. Πέρασαν 25 χρόνια δουλειάς αυτών των νεωτέρων μεταπολεμικών ποιητών και ακόμα κανείς μα κανείς που να σηκώση τον ποιητικό πυρετό πάνω από τους 35 βαθμούς. Αγωνίζονται οι νέοι ποιητές με πραγματικό πείσμα για να εκφράσουν τον εαυτό τους και την εποχή τους, δανειζόμενοι όλα τα όπλα έκφρασης ντόπια ή ξένα χωρίς όμως να νικούν, αλλά ούτε να πέφτουν. Η αξία της νεώτερης ποίησης είναι ακριβώς αυτή - άσχετα από το αποτέλεσμα που περιμένουν οι παληοί για να θερμάνουν τη γερασμένη ευαισθησία τους. Οι νέοι ποιητές λοιπόν δίνουν ένα σημαντικό παρόν μόνο που δεν μπόρεσαν ακόμα μετά τόσα χρόνια να φέρουν ένα μεγάλο αποτέλεσμα: Να ξεxωρίσουν ένας- δυο οι εκλεκτοί ενός αγώνος.

Αν τώρα βάνουν «τιμωρία» οι παληοί δάσκαλοι μας τους νεώτερους το κάνουν περισσότερο για να δικαιολογήσουν την ευθύνη τους απέναντί μας. Γιατί αν δικαιολογημένα δεν δίδουν ένα έστω διαφημιστικό βραβείο μιας ναυτικής εταιρείας νομίζω η ευθύνη βαρύνει πιο πολύ τους ίδιους. Κανένας από την παλαιότερη γενιά των αισθητικών που τώρα κόπτονται δεν έδωσε μια ιδέα, δεν διαμόρφωσε μια τάση δεν μετέφερε έστω απ' έξω να το μεταφυτεύση στον Ελληνικό χώρο τίποτα που να οδηγηθούν οι νεώτεροι ποιητές, αφού οι ίδιοι δεν έδωσαν με τη δική τους ποίηση έδαφος μελέτης. Ο Σεν Μπεβ, ο Μπελίνσκυ και άλλοι μεγάλοι αισθητικοί με το έργο τους με τις θεωρίες που διατυπώνουν ωδήγησαν την Τέχνη.

Οι δικοί μας όμως «αισθητικοί» που τιμωρούν σήμερα -μάλλον τυχαία- αρκέστηκαν καθ' όλην την διάρκεια του βίου τους σε σημειωματογραφία, όπως η Μονταίν της κοσμικής στήλης. Αρκέστηκαν πάντα στο «αρέσει - δεν μου αρέσει» λες και η τέχνη, η ποίηση, είναι κατασκεύασμα σερβιρισμένο σε πιάτο. Χάσανε ακόμα και την ευκαιρία αυτής της σωστής διαπίστωσής τους που την έκαναν σε δύο μόνο σειρές της ανακοινώσεώς των, χάσανε την ευκαιρία να μελετήσουν τη θέση, όποια θέση, της νεώτερης ποίησης και με σοφία να ερευνήσουν το φαινόμενο που διεπίστωσαν σωστά με ψήφους.

Μετά τιμής
Μιχάλης Κατσαρός


ΤΑ ΝΕΑ 4/4/59


Η επιστολή είναι από το αφιερωματικό στον Μιχάλη Κατσαρό
τεύχος 103/104 (Μάιος 1999) της Οδού Πανός



Σημ: Για την "Ομάδα των 12" και το βραβείο Χατζηπατέρα: εδώ

Ετικέτες

Ντέιλ Πεκ: Μάρτιν και Τζων

21 Μαΐ 2009


Σήμερα έλαβα ένα γράμμα του, καταλαβαίνεις, αυτός είναι ο λόγος που τα θυμάμαι όλ' αυτά. Είναι γραμμένο πριν από μήνες, και με ακολούθησε σε τέσσερις διαφορετικές διευθύνσεις, λες και το μήνυμα που περιέχει είναι ζωτικής σημασίας. Και ίσως και να 'ναι, παρόλο που οι φράσεις που χρησιμοποιεί έχουν μια παράξενη ασυμφωνία, και το μήνυμα, αν υπάρχει, πρέπει να το συλλάβω προσεκτικά: υπάρχει ένα απελπισμένο τελεσίδικο σ' αυτό το γράμμα, ταυτόχρονα όμως, στοχεύει στην ασάφεια. «Αγαπητέ Τζων», έγραψε. «Θυμάσαι τον καιρό που περάσαμε μαζί;» Μερικές φορές δεν ξέρω τι θυμάμαι, τι είναι αλήθεια και τι έχει αλλοιωθεί με τον καιρό. «Δε σε ξέχασα ποτέ, ούτε εσένα ούτε τη μάνα σου, αλλά έπρεπε να φύγω για το καλό μου όπως και για το δικό σου καλό κι εκείνο της μάνας σου.» Το μόνο που ήθελε ήταν και τους δυο μας και φυσικά, στο τέλος, δεν μπορούσε να έχει κανέναν μας. Έτσι είναι ο Μάρτιν, τα δάκρυα του, τα αγγίγματα του, οι άδειες λέξεις του. Μπορείς να έχεις τα όνειρα σου, είχε πει στην κουζίνα, για το πώς πρέπει να είναι η ζωή και πώς πρέπει να είναι ο ιδανικός εραστής σου και πώς θα έπρεπε να πάει η πρώτη φορά, αλλά ήξερε — όπως κι εγώ, τώρα— πώς ποτέ δε θα τ' αποκτήσεις, ή ποτέ δε θα μπορέσεις να τα κρατήσεις ακόμα κι αν τα αποκτήσεις. Όχι σ' αυτή τη ζωή, μου είχε πει: μόνον όταν θα 'χεις πεθάνει.


Από το βιβλίο του Dale Peck Μάρτιν και Τζων
(κεφ. Μεταμορφώσεις)
εκδ. Οδυσσέας, 1995
μτφ: Λένα Ταχμαζίδου - επιμ: Βασίλης Τσιμπούκης

Ετικέτες

Αριστοτέλης Νικολαΐδης: Γράμμα εξορίας, 1967

16 Μαΐ 2009


Μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό
Μνημονεύετε Αλέξανδρον Παπαδιαμάντη


ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Δεν είναι πια η απόσταση
μα οι κάθετες παρεμβολές
δεν είναι οι λέξεις
μα η παγίδα της φωνής
φίλε, τι να σου γράψω, πώς
να δονήσω τις φρικτές μεμβράνες
τι να σου πω για τους τυφλούς
τον νουν τα τ' όμματα.
Πικρό είναι το ψωμί της εξορίας,
είπε ο Κάλβος, κρούοντας
την αυθεντική του λύρα.

Είμαστε τώρα εξόριστοι
μέσα στο ίδιο μας το σπίτι
και γύρω μας ασχημονούν
οι μεταμφιεσμένοι επιδρομείς.
Η Ελλάς ξεφεύγει από τα χέρια μας.

Και στη γυμνή επιφάνεια
των καιρών οι κούφιοι
της στιγμής αξιωματούχοι
νοθεύοντας τις λέξεις
ασελγούντες επί της σεπτής
του Γένους ιστορίας
οι κορακόφθαλμοι...

Τέτοιες στιγμές, διαβάζοντας
τον πληγωμένο βάρδο, κρούω
κι εγώ την λύρα του, κράζω
μεσ' στις στροφές του: σωθήτωσαν
αι Ωδαί, σώσατε την ψυχή σας!

Ο Μακρυγιάννης είπε:
«σημειώνω τα λάθη ολονών
και φτάνω ως την σήμερον...»
Πιο πέρα: «και η πατρίς κατάντησε
παλιόψαθα των άτιμων...»
Πιο πέρα: «Πάρ' το αυτό
το χαρτί καί βάλ' το σε μια πέτρα
να είναι σίγουρο, μην κάψουν
το σπίτι και καγεί...»
Πιο πρίν: «Κι αν ειν' εκείνοι φτωχοί
εις τα προσωρινά και μάταια, είναι πλούσιοι
πολύ εις τα 'στορικά του κόσμου...»
Κι εγώ τα λόγια του στοιχειοθετώ.

Φίλε μου, τόσα χρόνια
προσπαθώντας να εκφρασθώ
με συγχωρείς την γλώσσα μου
δεν ξέρω να μιλώ' καί όμως
ένα τοπίο μοναχά
με συντηρεί και λίγες λέξεις
από την ελληνική λαλιά μας.


Από το βιβλίο Αριστοτέλης Νικολαΐδης,
Συγκεντρωμένα Ποιήματα 1952-1990

εκδ. Πλέθρον, 1991

Ετικέτες

Πινακοθήκη ~ James Tissot (1836-1902)

12 Μαΐ 2009

6The letter (detail)6




(James Jacques Joseph Tissot)

Ετικέτες

Ναπολέων Λαπαθιώτης: Γράμμα

8 Μαΐ 2009


Θυμάμαι, ενώ χωρίζαμε στη μαρμαρένια σκάλα,
σταθήκαμε μια στάλα,
και μου 'πες πως θα ξαναρθείς, για να χαρώ, -ποιος ξέρει,
μετά το καλοκαίρι.

Και τη στιγμή που βγαίναμε στη στράτα τη μεγάλη,
μου το ξανάπες πάλι'
κι απάνω κει χωρίσαμε, -χωρίσαμε σα φίλοι,
μ' ένα φιλί στα χείλη.

Πέρασε το φθινόπωρο, κακός βοριάς σιμώνει,
κι ειν' η καρδιά μου μόνη-
κοντοζυγών' η παγωνιά, τα σύννεφα κι η μπόρα,
-και τι θα γίνω τώρα...

Σου 'γραφα τόσα γράμματα, και πόσο λυπημένα:
δε μου 'γραψες ούτ' ένα'
και στη γιορτή σου, σου 'στειλα τ' άνθη τα ταxτικά σου:
δεν έλαβα δικά σου.

Τώρα, στο δρόμο σου περνώ, με μάτι κουρασμένο,
-και δε σε περιμένω'
μου φαίνεται πως όλ' αυτά κοιμούνται σ' έναν τάφο,
-γι' αυτό, και δε σου γράφω.

Όμως, εκείνο το φιλί, που δώσαμε σα φίλοι,
μου τυραννεί τα χείλη:
το 'χω, για καταδίκη μου, και για παρηγοριά μου,
κρυμμένο στην καρδιά μου...


Από το βιβλίο Ναπολέων Λαπαθιώτης, Ποιήματα
εκδ. Ζήτρος, 2001

(η φωτογραφία είναι από το εξώφυλλο του βιβλίου)

Ετικέτες ,

ο Σίλλερ προς τον Γκαίτε

4 Μαΐ 2009

ο Johann Christoph Friedrich von Schiller προς τον Johann Wolfgang von Goethe


Ιένα, 31 Μαΐου 1799

...Τις μέρες αυτές κάποια ολότελα αντιτιθέμενα δημιουργήματα ενός μαΐστορα της τέχνης δεν μου έδωσαν μεγάλη χαρά, αν και, μην έχοντας να αναλάβω την ευθύνη, μπορώ να παραμείνω τελείως ήσυχος. Διάβασα τα έργα του Κορνέιγ: Rodogune, Pompée και Polyeucte και έμεινα πραγματικά κατάπληκτος με τα τεράστια πράγματι λάθη αυτών των έργων που άκουγα εδώ και είκοσι χρόνια να επαινούν. Δράση, δραματική οργάνωση, χαρακτήρες, ήθη, γλώσσα, όλα, και οι ίδιοι οι στίχοι, δίνουν λαβές, και ο βαρβαρισμός μίας τέχνης που τώρα μόλις διαμορφώνεται δεν αρκεί διόλου για να τη συγχωρήσει. Κι αυτό γιατί το κακό γούστο, που βρίσκει κανείς τόσο συχνά ακόμη και στα πλέον πνευματώδη έργα, εάν δημιουργήθηκαν σε μία άξεστη εποχή, δεν είναι μόνον, ούτε καν κατά προτίμηση, αυτό που είναι εδώ απεχθές. Είναι η φτώχεια της επινόησης, η ισχνότητα και ξηρότητα σχετικά με τη διαπραγμάτευση των χαρακτήρων, η παγερότητα στα πάθη, η παραλυσία και ακαμψία στην πορεία της υπόθεσης και η έλλειψη ενδιαφέροντος σχεδόν. Οι γυναικείοι χαρακτήρες είναι θλιβερά γελοιογραφήματα, και εκτός από το αληθινά ηρωικό, δεν βρήκα πράγματι τίποτα που να έχει αναπτυχθεί με επιτυχία, καθώς και αυτό το καθαυτό όχι πολύ πλούσιο συστατικό στοιχείο έχει αναπτυχθεί ομοιόμορφα.

Ο Ρακίνας είναι πέραν κάθε συγκρίσεως πλησιέστερα στο υπέροχο, αν και κουβαλά όλη την κακοήθεια των γαλλικών τρόπων, και συνολικά είναι κάπως αδύναμος. Για την ώρα είμαι πράγματι πολύ περίεργος για τις τραγωδίες του Βολταίρου, κι αυτό γιατί αν κρίνει κανείς από την κριτική του για τον Κορνέιγ, πρέπει να συμπεράνει πως είχε εννοήσει σαφώς τα λάθη του.

Βέβαια είναι ευκολότερη η κατάκριση παρά η δημιουργία. Και σκέφτομαι το δικό μου έργο που κείται εμπρός μου ακόμη άμορφο. Να γνώριζαν μόνον οι κάθε ώρα πανέτοιμοι κριτές και οι ελαφρόμυαλοι ερασιτέχνες τι κοστίζει να δημιουργηθεί ένα αληθινό έργο...

Σ.


Από την Ποίηση - τ.13, Άνοιξη 1999
μτφ: Θανάσης Λάμπρου


(πρωτ.φωτ: LIFE)

Ετικέτες