<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d88644137678078798\x26blogName\x3d%CE%B3%CF%81%CE%AC%CE%BC%CE%BC%CE%B1+%CF%83%CE%B5+%CF%87%CE%B1%CF%81%CF%84%CE%AF\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dBLUE\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://allilografia.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://allilografia.blogspot.com/\x26vt\x3d-4503636247666117187', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe", messageHandlersFilter: gapi.iframes.CROSS_ORIGIN_IFRAMES_FILTER, messageHandlers: { 'blogger-ping': function() {} } }); } }); </script>

γράμμα σε χαρτί

"Στην τσέπη του παλτού σου παλιό σουσάμι, φλούδα φυστικιών και το τσαλακωμένο γράμμα μου." - Γιάννης Βαρβέρης
 

ο Φερνάντο Πεσσόα προς τον Καζάις Μοντέιρο

Fernando Pessoa to Adolfo Casais Monteiro

[…] Θα απαντήσω τώρα στην ερώτησή σας σχετικά με τη γένεση των ετερωνύμων μου. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω να σας δώσω μια ικανοποιητική απάντηση.

Θα ξεκινήσω από το ψυχιατρικό μέρος. Η γένεση των ετερωνύμων μου οφείλεται στο έντονο στοιχείο υστερίας που με χαρακτηρίζει. Δεν ξέρω αν είμαι απλώς υστερικός, ή αν είμαι, πιο συγκεκριμένα, υστερικονευρασθενής. Κλίνω προς τη δεύτερη αυτή υπόθεση, γιατί παρατηρώ στον εαυτό μου φαινόμενα αβουλίας τα οποία δεν εντάσσονται στην κλινική εικόνα των συμπρωμάτων της καθαρής υστερίας. Πάντως, η πνευματική γένεση των ετερωνύμων μου οφείλεται στη φυσική και διαρκή μου τάση προς την αποπροσωποποίηση και την προσποίηση.

Αυτά τα φαινόμενα - ευτυχώς για μένα και για τους άλλους - λαμβάνουν χώρα στη σφαίρα του πνεύματος, δηλαδή δεν εκδηλώνονται στην πρακτική πλευρά της ζωής μου, προς τα έξω, και στην επαφή μου με τους άλλους. Εκρήγνυνται μέσα μου και τα ζώ μόνος με τον εαυτό μου. Αν ήμουν γυναίκα - στις γυναίκες η υστερία εκδηλώνεται με κρίσεις και άλλα παρόμοια φαινόμενα - κάθε ποίημα του Άλβαρο ντέ Κάμπος (ο πιο υστερικά υστερικός του εαυτού μου) θα αναστάτωνε τη γειτονιά. Αλλά είμαι άντρας - και στους άντρες η υστερία εκδηλώνεται κυρίως στο πνεύμα τους και όλα καταλήγουν στη σιωπή και την ποίηση…

Έτσι εξηγείται tant bien gue mal η οργανική γένεση της ετερωνυμίας μου. Τώρα θα σας διηγηθώ το ιστορικό των ετερωνύμων μου. Θα αρχίσω από αυτούς που έχουν πεθάνει, μερικούς δεν τους θυμάμαι πια - αυτούς που έχουν χαθεί στο μακρινό παρελθόν της σχεδόν ξεχασμένης παιδικής μου ηλικίας.

Από παιδί είχα την τάση να δημιουργώ γύρω μου έναν κόσμο πλασματικό, να περιβάλλομαι από φίλους και γνωστούς που ουδέποτε υπήρξαν. (Δεν ξέρω, βεβαίως, αν πραγματικά δεν υπήρξαν ή αν αυτός που δεν υπάρχει είμαι εγώ. Γι' αυτά τα πράγματα, όπως και για όλα τ' άλλα δεν πρέπει να είμαστε δογματικοί). Από τότε που με γνωρίζω ως αυτόν που αποκαλώ εαυτό μου, θυμάμαι ότι είχα με ακρίβεια στο μυαλό μου τη μορφή, τις κινήσεις, το χαρακτήρα και την ιστορία πολλών μη πραγματικών προσώπων που ήταν για μένα τόσο ορατά και δικά μου σαν τα αντικείμενα που αποτελούν αυτό που αποκαλούμε, καταχρηστικά ίσως, πραγματική ζωή. Αυτή η τάση που υπάρχει από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, με συνοδεύει πάντα, αλλάζοντας λίγο το είδος της μουσικής με την οποία με σαγηνεύει αλλά ουδόλως τον τρόπο της σαγήνης της.

Θυμάμαι, για παράδειγμα, αυτόν που νομίζω ότι υπήρξε στα έξι μου χρόνια το πρώτο μου ετερώνυμο, ή μάλλον ο πρώτος μου ανύπαρκτος γνωστός - κάποιος ονόματι Chevalier de Pas, εξ ονόματος του οποίου έγραφα γράμματα προς τον εαυτό μου. Η μορφή του, όχι εντελώς θολή, απολαμβάνει ακόμη εκείνου του μέρους της αγάπης μου που συνορεύει με τη νοσταλγία. Θυμάμαι, αλλά λιγότερο καθαρά, μιάν άλλη μορφή με όνομα ξένο πάλι το οποίο όμως μου διαφεύγει, που ήταν, δεν ξέρω ως προς τί, ο αντίπαλος του Chevalier de Pas…Πρόκειται για κάτι που συμβαίνει σε όλα τα παιδιά; Ασφαλώς - ή ίσως. Αλλά τα έζησα τόσο έντονα ώστε να τα ζώ ακόμη και σήμερα, σε σημείο που χρειάζεται να καταβάλλω προσπάθεια για να πεισθώ πως δεν ήταν πραγματικότητα.

Αυτή μου η τάση να δημιουργώ γύρω μου έναν άλλο κόσμο, ίδιο με τον υπαρκτό αλλά με άλλους ανθρώπους, δεν έφυγε ποτέ από τη φαντασία μου. Πέρασε από διάφορα στάδια, μεταξύ των οποίων και αυτό που αντιστοιχεί στην ενήλικη ζωή μου. Μου ερχόταν στο νού μια έκφραση, εντελώς ξένη, για τον άλφα ή το βήτα λόγο, από αυτό που είμαι ή από αυτό που νομίζω ότι είμαι. Την έλεγα αμέσως, αυθόρμητα, σαν να ήταν κάποιου φίλου μου, του οποίου το όνομα εφεύρισκα, προσέθετα την ιστορία και πάραυτα έβλεπα μπροστά μου τη μορφή του - πρόσωπο, ανάστημα, ρούχα και κινήσεις. Κι έτσι κατασκεύασα και έκανα γνωστούς πολλούς φίλους και απλές γνωριμίες οι οποίοι δεν υπήρξαν ποτέ αλλά που ακόμη και σήμερα, σε απόσταση τριάντα χρόνων, ακούω, νιώθω , βλέπω. Επαναλαμβάνω: ακούω, νιώθω, βλέπω. Και τους νοσταλγώ.

(Όταν αρχίζω να μιλάω - μου είναι δύσκολο να σταματήσω. Αρκετά σας ζάλισα, Καζάις Μοντέιρο! Θα συνεχίσω με τη γένεση των λογοτεχνικών μου ετερωνύμων που είναι τελικά αυτό που θέλετε να μάθετε. Πάντως, ό,τι είπα παραπάνω συνοψίζει την ιστορία της μητέρας που τους έδωσε το φως).

Γύρω στο 1912, αν δεν κάνω λάθος (που δεν μπορεί να είναι μεγάλο), μου ήρθε ιδέα να γράψω ορισμένα ποιήματα παγανιστικού περιεχομένου. Ξεκίνησα κάποια ποιήματα σε ελεύθερο στίχο (όχι στο στυλ του Άλβαρο ντέ Κάμπος, αλλά σ' ένα στυλ ημι-ελεύθερο) και τα παράτησα. Ωστόσο, μέσα σ' ένα ακαθόριστο ημίφως, άρχισε να σχηματίζεται το αβέβαιο πορτραίτο εκείνου που τα έγραφε. (Χωρίς να το ξέρω, είχε γεννηθεί ο Ρικάρντο Ρέις).

Ενάμισυ ή δύο χρόνια αργότερα, μου ήρθε μια μέρα η ιδέα να κάνω μια πλάκα στον Σά Καρνέιρο - να εφεύρω έναν ποιητή βουκολικό, αρκετά πολύπλοκο, και να του τον παρουσιάσω, δεν θυμάμαι πια πως, σαν να ήταν πραγματικότητα. Για μέρες προσπαθούσα να κατασκευάσω τον ποιητή αλλά δεν τα κατάφερνα. Μια μέρα, ενώ τελικά είχα εγκαταλείψει την ιδέα - συγκεκριμένα στις 8 Μαρτίου 1914 - πλησίασα ένα ψηλό κορμό και, παίρνοντας ένα φύλλο χαρτί, άρχισα να γράφω όρθιος, όπως κάνω κάθε φορά που μου δίνεται η ευκαιρία. έγραψα στη σειρά πάνω από τριάντα ποιήματα μέσα σ' ένα είδος έκστασης, τη φύση της οποίας δεν θα κατάφερνα να εξηγήσω. Ήταν η θριαμβική μέρα της ζωής μου που άλλη σαν κι αυτή δεν θα υπάρξει. Ξεκίνησα μ' έναν τίτλο: Ο Φύλακας των κοπαδιών. Στη συνέχεια μέσα μου εμφανίστηκε κάποιος στον οποίο έδωσα πάραυτα το όνομα του Άλμπέρτο Καέιρο. Θα μου συγχωρέσετε το παράλογο της φράσης: εμφανίστηκε μέσα μου ο δάσκαλος μου. Αυτή ήταν η άμεση αίσθηση που ένιωσα. Σε τέτοιο βαθμό, που μόλις έγραψα αυτά τα τριάντα και πλέον ποιήματα, πήρα αμέσως άλλο χαρτί και έγραψα, πάλι χωρίς διακοπή, τα εξής ποιήματα που συνθέτουν την Πλάγια βροχή του Φερνάντο Πεσσόα Αλμπέρτο Καέιρο στον Φερνάντο Πεσσόα μόνο. Ή, μάλλον, ήταν η αντίδραση του Φερνάντο Πεσσόα για την ανυπαρξία του ως Αλμπέρτο Καέιρο.

Μετά την εμφάνιση του Αλμπέρτο Καέιρο, προσπάθησα να του βρώ - ενστικτωδώς και υποσυνείδητα - κάποιους μαθητές. Έβγαλα από τον ψεύτικο παγανισμό του τον λανθάνοντα Ρικάρντο Ρέις, του βρήκα όνομα, το οποίο το έφτιαξα στα μέτρα του, γιατί τον έβλεπα κιόλας μπροστά μου. Και ξαφνικά, από την αντίθετη κατεύθυνση του Ρικάρντο Ρέις, προέκυψε ορμητικά ένα νέο άτομο. Δια μιάς, στη γραφομηχανή, χωρίς διακοπή ούτε διόρθωση, ξεπήδησε η Θριαμβική ωδή του Άλβαρο ντέ Κάμπος - η ωδή που φέρει αυτόν τον τίτλο και ο άνθρωπος με το όνομα αυτό.

Δημιούργησα λοιπόν μια ανύπαρκτη coterie. Έδωσα σε όλον αυτόν τον κόσμο υπόσταση πραγματική. Διαβάθμισα τις επιρροές, γνώρισα τις φιλίες, άκουσα μέσα μου τις συζητήσεις και τις διαφορετικές απόψεις, και μέσα σ' όλα αυτά νομίζω ότι ήμουν εγώ ο δημιουργός όλου αυτού του πράγματος, αν και ήμουν ο λιγότερο παρών. Φαίνεται πως όλα αυτά συνέβησαν ανεξάρτητα από μένα. Και πως έτσι εξακολουθούν να συμβαίνουν. Αν κάποτε μπορέσω να δημοσιεύσω μια συζήτηση περί αισθητικής μεταξύ του Ρικάρντο Ρέις και του Άλβαρο ντε Κάμπος, θα δείτε πόσο διαφορετικοί είναι και πως δεν ξέρω τίποτα επί του θέματος.

Όταν επρόκειτο να κυκλοφορήσει ο Orpheu, χρειάστηκε, την τελευταία στιγμή, να βρεθεί κάτι ώστε να συμπληρωθεί ο αριθμός των σελίδων. Πρότεινα τότε στον Σα Καρνέιρο να γράψω ένα "παλιό ποίημα" του Άλβαρο ντε Κάμπος - ένα ποίημα σαν αυτά που θα έγραφε ο Άλβαρο ντε Κάμπος πριν γνωρίσει τον Καέιρο και επηρεαστεί από αυτόν. Και έτσι έγραψα το Opiarium, στο οποίο προσπάθησα να δώσω όλες τις λανθάνουσες τάσεις του Άλβαρο ντε Κάμπος, όπως θα αποκαλύπτονταν αργότερα, αλλά χωρίς ακόμη να υπάρχει το παραμικρό στοιχείο επαφής με το δάσκαλό του Καέιρο. Από όλα τα ποιήματα που έχω γράψει, είναι αυτό για το οποίο κοπίασα το περισσότερο, λόγω της διπλής προσπάθειας αποπροσωποποίησης που κατέβαλα. Αλλά, τέλος, νομίζω πως δεν βγήκε κακό και πως βλέπουμε το ξεκίνημα του Άλβαρο…

Νομίζω πως σας εξήγησα τη γένεση των ετερωνύμων μου. Αν ωστόσο υπάρχει κάποιο σημείο που χρειάζεται μια ξεκάθαρη εξήγηση - γράφω γρήγορα, κι όταν γράφω γρήγορα δεν είμαι πολύ ξεκάθαρος -, να μου το πείτε και ευχαρίστως θα το κάνω. Και, είναι αλήθεια, ιδού μια συμπληρωματική πληροφορία, αληθινή και υστερική: καθώς έγραφα ορισμένα σημεία των Σημειώσεων για το δάσκαλό μου Καέιρο του Άλβαρο ντέ Κάμπος, έχυσα αληθινά δάκρυα. Είναι για να ξέρετε με ποιον έχετε να κάνετε, αγαπητέ μου Καζάις Μοντέιρο.

Ορισμένες ακόμη σημειώσεις επί του θέματος… Βλέπω μπροστά μου, στον άχρωμο αλλά πραγματικό χώρο του ονείρου, τα πρόσωπα, τις κινήσεις του Καέιρο, του Ρικάρντο Ρέις και του Άλβαρο ντέ Κάμπος. Τους κατασκεύασα ηλικία και ζωές. Ο Ρικάρντο Ρέις γεννήθηκε το 1887 (δεν θυμάμαι ημέρα και μήνα, αλλά κάπου τα έχω), στο Πόρτο, είναι γιατρός και ζει αυτή τη στιγμή στη Βραζιλία. Ο Αλμπέρτο Καέιρο γεννήθηκε το 1889 και πέθανε το 1915. Γεννήθηκε στη Λισαβώνα αλλά έζησε σχεδόν όλη τη ζωή του στην εξοχή. Δεν είχε επάγγελμα και σχεδόν καμιά παιδεία. Ο Άλβαρο ντέ Κάμπος γεννήθηκε στην Ταβίρα, στις 15 Οκτωβρίου 1890 (στη 1:30 το μεσημέρι, μου λέει ο Φερνάντο Γκόμες. Είναι αλήθεια, γιατί το ωροσκόπιο που αντιστοιχεί στην ώρα αυτή το επιβεβαιώνει). Αυτός, όπως θα γνωρίζετε, είναι ναυπηγός μηχανικός (σπούδασε στη Γλασκώβη), αλλά τώρα βρίσκεται στη Λισαβώνα, χωρίς δουλειά. Ο Καέιρο ήταν μεσαίου αναστήματος, και αν και ήταν πραγματικά ασθενικός (πέθανε φυματικός), δεν το έδειχνε. Ο Ρικάρντο Ρέις είναι ελάχιστα, αλλά πολύ ελάχιστα, κοντότερος, δυνατότερος, στεγνότερος. Ο Άλβαρο ντέ Κάμπος είναι ψηλός (1,75 ύψος, δηλαδή 2 εκατοστά ψηλότερός μου), λεπτός και σκύβει ελαφρώς. Όλοι είναι ξυρισμένοι - ο Καέιρο είναι ανοιχτόξανθος, με γαλάζια μάτια’ ο Ρέις μελαχρινός σταράτος’ ο Κάμπος ούτε καστανός ούτε μελαχρινός, μοιάζει αόριστα με πορτογάλο εβραίο, αλλά τα μαλλιά του είναι ίσια με χωρίστρα στο πλάι και μονόκλ. Ο Καέιρο, όπως είπα, δεν είχε καμιά μόρφωση - μόνο το δημοτικό. Έχασε από πολύ νωρίς τον πατέρα του και τη μητέρα του και ζούσε με κάποια μικρά εισοδήματα. Ζούσε με μια γριά θεία του, αδερφή της γιαγιάς του. Ο Ρικάρντο Ρέις, ο οποίος ανατράφηκε σ' ένα κολλέγιο Ιησουιτών, είναι, όπως είπα, γιατρός. Ζει στη Βραζιλία από το 1919, όπου εκπατρίστηκε γιατί ήταν φιλομοναρχικός. Είναι λατινιστής, λόγω της μόρφωσης που έλαβε, και αυτοδίδακτος ελληνιστής κατά το ήμισυ. Ο Άλβαρο ντέ Κάμπος φοίτησε σ' ένα κοινό λύκειο, κι ύστερα τον έστειλαν στη Σκωτία να σπουδάσει μηχανικός, πρώτα μηχανολόγος και μετά ναυπηγός. Σε κάποιες διακοπές ταξίδεψε στην Ανατολή από όπου εμπνεύστηκε το Opiarium. Του έμαθε λατινικά ένας θείος του από την Μπέιρα που ήταν ιερέας.

Πώς γράφω εξ ονόματος αυτών των τριών; Στην περίπτωση του Καέιρο πρόκειται για απλή και καθαρή έμπνευση, χωρίς να ξέρω ούτε καν να φαντάζομαι τι θα έγραφα. Όσο για τον Ρικάρντο Ρέις, προέκυψε ύστερα από έναν αφηρημένο στοχασμό που ξαφνικά πήρε τη μορφή ωδής. Με το όνομα του Κάμπος γράφω όταν νιώθω μια ξαφνική διάθεση να γράψω και δεν ξέρω περί τίνος πρόκειται. (Ο κατά ήμισυ ετερώνυμός μου Μπερνάρντο Σοάρες, ο οποίος άλλωστε μοιάζει σε αρκετά σημεία με τον Άλβαρο ντε Κάμπος, εμφανίζεται πάντα όταν είμαι κουρασμένος ή νυστάζω, με αποτέλεσμα να μη λειτουργεί πλήρως η σκέψη μου και ο έλεγχος. Η πρόζα του είναι μια διαρκής περιπλάνηση. Πρόκειται για έναν κατά το ήμισυ ετερώνυμο γιατί η προσωπικότητά του δεν είναι η δικιά μου ούτε διαφορετική από τη δικιά μου, αλλά μέρος της δικιάς μου. Είμαι εγώ, αν εξαιρέσουμε τον τρόπο σκέψης και το συναίσθημα. Η πρόζα του, εκτός από αυτό που ο τρόπος σκέψης δίνει ως tenue στη δικιά μου, είναι ίδια, και η χρήση της πορτογαλικής γλώσσας ακριβώς η ίδια. Αντιθέτως, ο Καέιρο γράφει σε κακά πορτογαλικά, ο Κάμπος μέτρια αλλά και με λάθη, όπως για παράδειγμα "eu proprio" αντί για "eu mesmo" κ.λ.π. και ο Ρέις καλύτερα από μένα αλλά με έναν καθαρευουσιανισμό που θεωρώ υπερβολικό. Το δύσκολο για μένα είναι να γράψω την πρόζα του Ρέις - ακόμα κι ανέκδοτη - ή του Κάμπος. Η προσποίηση είναι πιο εύκολη, καθότι είναι πιο αυθόρμητη, στο στίχο).

Αυτή τη στιγμή θα σκέφτεστε, αγαπητέ μου, ποια ατυχία σάς έριξε, διαβάζοντας, καταμεσής σ' ένα τρελοκομείο. Πάντως, το χειρότερο απ' όλα είναι η ασυναρτησία της γραφής μου. Σας επαναλαμβάνω και πάλι ότι γράφω σαν να μιλούσα μαζί σας, για να μπορώ να σας απαντήσω αμέσως. Διαφορετικά, θα περνούσαν μήνες χωρίς να καταφέρω να σας απαντήσω. [..]


Από την Ποίηση - τ.11, Άνοιξη-Καλοκαίρι 1998
μτφ: Μαρία Παπαδήμα

(εικόνα: con-versiones.com)

Ετικέτες

« Home | Next »
| Next »
| Next »
| Next »
| Next »
| Next »
| Next »
| Next »
| Next »
| Next »

» Δημοσίευση σχολίου