Τάκης Αντωνίου: Ένα γράμμα απ' τη γυναίκα μου
Δυο λέξεις θέλω σήμερα να σου γράψω
κι ας πονάει τρομερά το κεφάλι μου.
Ο μηχανισμός του νιαγάρα στην τουαλέτα σακατεύτηκε
και ψάχνω για μάστορα.
Κι ο σκουπιδοφάγος της κουζίνας σταμάτησε
μα δεν μπορώ να βρω εύκολα ηλεκτρολόγο.
Την εικόνα που είχες πάνω απ' το γραφείο σου,΄
-ο Άη Δημήτρης καβαλλάρης θαρρώ ήτανε-
φτέρωσε.
Το δίχως άλλο
θα την έφτασε στα παλιατζήδικα
ο καθηρημένος εικονολάτρης υπηρέτης σου
που ξάφρισε και τα πορτοφόλια μας.
Ο μικρός σου ο γιος είναι γλυκός
μα τον ξεσκατώνω κάθε μέρα.
Η μέση μου κόπηκε απλώνοντας φασκιές.
Ξέχασα να σου γράψω
πως σε ψάχναν απ' την εφορία
για κάποιο συμβιβασμό.
Σε ζήταγε κ' ένας γορίλλας
με μαύρα γυαλιά
και βαμένο με καραμπογιά μουστάκι.
Το γιατί δεν το μαρτύρησε
η μπάσα του φωνή.
Στο σκολειό τα παιδιά τα καταφέρνουν.
Μονάχα ραβασάκια έρχονται για τις δόσεις.
Και κάτι ακόμα, οικογενειακό:
Ο κύριος που σβύνει τις γόπες του στο ασανσέρ
κι ομορφαίνει την είσοδο με ροχάλες
δε σταμάτησε την κουλτούρα του.
Απαράλλαγος κι ο μανάβης της γειτονιάς.
Δε διαβαίνει μέρα που να μη με κλέβει.
Ακόμα κι ο παππάς της ενορίας
δε με ξεχνά κάθε πρωτομηνιά.
Αγιάζει και βλογιέται.
Στο μαγικό κουτί χωρίς σταματημό
κουρδίζονται τα σήριαλς
πάντα στο ίδιο μοτίβο.
Με συμπαθάς, ξέχασα την πολιτική.
Μη χολοσκάς
και βαλαντώνεις τα φρένα σου.
Ανάλλαγη κι αυτή
στη γη τ' Αλκιβιάδη'
μερεμετίζεται μ' ελπίδες
κοιλοπονάει και χρεμετίζει.
Αυτά για σήμερα.
Τάκης Αντωνίου, Πρώτη Τριλογία 1976-1979 - α' τόμος
Εκδόσεις Εποπτεία, 1980
κι ας πονάει τρομερά το κεφάλι μου.
Ο μηχανισμός του νιαγάρα στην τουαλέτα σακατεύτηκε
και ψάχνω για μάστορα.
Κι ο σκουπιδοφάγος της κουζίνας σταμάτησε
μα δεν μπορώ να βρω εύκολα ηλεκτρολόγο.
Την εικόνα που είχες πάνω απ' το γραφείο σου,΄
-ο Άη Δημήτρης καβαλλάρης θαρρώ ήτανε-
φτέρωσε.
Το δίχως άλλο
θα την έφτασε στα παλιατζήδικα
ο καθηρημένος εικονολάτρης υπηρέτης σου
που ξάφρισε και τα πορτοφόλια μας.
Ο μικρός σου ο γιος είναι γλυκός
μα τον ξεσκατώνω κάθε μέρα.
Η μέση μου κόπηκε απλώνοντας φασκιές.
Ξέχασα να σου γράψω
πως σε ψάχναν απ' την εφορία
για κάποιο συμβιβασμό.
Σε ζήταγε κ' ένας γορίλλας
με μαύρα γυαλιά
και βαμένο με καραμπογιά μουστάκι.
Το γιατί δεν το μαρτύρησε
η μπάσα του φωνή.
Στο σκολειό τα παιδιά τα καταφέρνουν.
Μονάχα ραβασάκια έρχονται για τις δόσεις.
Και κάτι ακόμα, οικογενειακό:
Ο κύριος που σβύνει τις γόπες του στο ασανσέρ
κι ομορφαίνει την είσοδο με ροχάλες
δε σταμάτησε την κουλτούρα του.
Απαράλλαγος κι ο μανάβης της γειτονιάς.
Δε διαβαίνει μέρα που να μη με κλέβει.
Ακόμα κι ο παππάς της ενορίας
δε με ξεχνά κάθε πρωτομηνιά.
Αγιάζει και βλογιέται.
Στο μαγικό κουτί χωρίς σταματημό
κουρδίζονται τα σήριαλς
πάντα στο ίδιο μοτίβο.
Με συμπαθάς, ξέχασα την πολιτική.
Μη χολοσκάς
και βαλαντώνεις τα φρένα σου.
Ανάλλαγη κι αυτή
στη γη τ' Αλκιβιάδη'
μερεμετίζεται μ' ελπίδες
κοιλοπονάει και χρεμετίζει.
Αυτά για σήμερα.
Τάκης Αντωνίου, Πρώτη Τριλογία 1976-1979 - α' τόμος
Εκδόσεις Εποπτεία, 1980
Ετικέτες ΠΟΙΗΜΑΤΑ 7